24/12/13

Καλά Χριστούγεννα...

 


ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ, 
ΕΙΡΗΝΙΚΑ, ΓΑΛΗΝΙΑ ΚΙ ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ!

MERRY CHRISTMAS!!

FROHE WEIHNACHTEN!!

¡¡FELIZ NAVIDAD!!

Από τι ζουν οι άνθρωποι...



ΟΤΑΝ ΣΟΥ ΛΕΕΙ ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΑΞΙΔΕΥΕ

Από τι ζουν οι άνθρωποι
Λέων Τολστόι
Διασκευή/σκην./ερμηνεία:
Ηλ. Κουνέλας, Όλ. Λαζαρίδου, Γ. Νανούρης
Ελληνικός Κόσμος

«Ένα ‘αχ’ είναι η ζωή»: Ένα «αχ», που για τη μία ώρα της παράστασης αφήνουμε πίσω μας, έξω, στην πολύβουη κι ανομοιογενή λεωφόρο. Για μία ώρα αφηνόμαστε σ’ έναν κόσμο τρυφερά παραμυθένιο και ποιητικό, έτσι που να μας φαίνεται ότι η παράσταση διαρκεί όσο ένα «αχ». Αλλά έτσι είναι: τα ακριβά αρώματα μπαίνουν σε μικρά μπουκαλάκια.

Η παράσταση Από τι ζουν οι άνθρωποι συνιστά δραματοποίηση του ομώνυμου διηγήματος του Λέοντος Τολστόι, διανθισμένη με σύγχρονα κείμενα και πικρές αλήθειες. Περιγράφεται η ζωή του φτωχού Ρώσου παπουτσή Συμεών και της συζύγου του, μια ζωή που αλλάζει κι εμπλουτίζεται με τον ερχομό ενός ξένου. Από μια πράξη αλτρουισμού και αυταπάρνησης, μαθαίνουν μαζί με τον ιδιότυπο «ξένο» τις τρεις μεγάλες αλήθειες: τι έχει ο άνθρωπος στην καρδιά του, τι δεν ξέρουν οι άνθρωποι, και από τι ζουν οι άνθρωποι. Το σίγουρο είναι πως όσα περισσότερα δίνει κανείς, τόσα περισσότερα εισπράττει, και πως η αγάπη είναι το μόνο γιατρικό.

Η διασκευή και σκηνοθεσία του διηγήματος από τους τρεις ερμηνευτές του, Κουνέλα, Λαζαρίδου και Νανούρη, έξοχη, όπως και τα σκηνικά της Μανωλάκου και οι φωτισμοί της Αλεξιάδου! Μέσα από τρεις τρίφυλλες ντουλάπες ξεπηδούν τα πρόσωπα του διηγήματος κι εκτυλίσσονται περιστατικά, ενώ στο προσκήνιο, με χαρακτήρα υπενθύμισης, λαμβάνει χώρα μια αντίστοιχη μεταφορά στο σήμερα της Ελλάδας: δυο χώρες, δυο κόσμοι, δυο εποχές. Το ζητούμενο όμως πάντα Ένα: αυτό, από το οποίο ζουν οι άνθρωποι. Ο φτωχός παπουτσής, Συμεών, γίνεται ο μετανάστης ράφτης της γειτονιάς, κ. Γιώργος, για την ακρίβεια ο Ινδός κ. Μπαμπαλού που λατρεύει τη δουλειά του και τα υφάσματα, αλλά αναγκάζεται να κλείσει το ραφείο του. Το αφιλόξενο κρύο της χιονισμένης Ρωσίας γίνεται το γυμνό, σχεδόν νεκρό, τοπίο της πλατείας Ομονοίας, όπου τα λιγοστά κι αναιμικά δεντράκια διψούν για λίγο χώμα και νερό και γίνονται άνθρωποι-σκιές που βασανίζονται και ζητούν κι εκείνοι με τη σειρά τους βοήθεια, είτε οικονομική είτε –κυρίως!– ουσιαστική. Έτσι, τη στιγμή που και οι άγγελοι ακόμη αποδεικνύονται “αδύναμοι”, ο άνθρωπος καλείται να φανεί δυνατός. Τι υπέροχο το παιχνίδι με τις σκιές, που άλλοτε συντελείται με την προσωποποίηση της σκιάς και παράστασή της με την έξοχη κούκλα –alter ego της Λαζαρίδου– σε κατασκευή Μάρθας Φωκά, και άλλοτε με το παιχνίδι τους στον τοίχο με τον ανάλογο σωστό φωτισμό, θυμίζοντας το παιχνίδι του Πήτερ Παν με τη δική του σκιά. Από την άλλη, πόσο απολαυστικό να γίνεται κανείς μάρτυρας του ταξιδιού μέρους ή στοιχείων των σκηνικών από παράσταση σε παράσταση, και πόση ζωή αποκτούν εκείνα μέσα απ’ αυτό, όπως συνέβη εν προκειμένω με τη μία από τις τρεις ντουλάπες –την πιο ψηλή, σκέτο κομψοτέχνημα– την οποία είχαμε θαυμάσει στην παράσταση Κήπος στάχτες. Η μουσική του Κωνσταντίνου Βήτα πλαισιώνει άριστα την παράσταση.

Οι ερμηνείες των τριών ηθοποιών, εξαιρετικές. Η Όλια Λαζαρίδου εξόχως απολαυστική, με μια αφήγηση ζωντανή και παραστατική, όπως και ο μονόλογός της αργότερα, με τον αντίστοιχο χειρισμό φωνής και έκφρασης, αλλά κι ένα θαυμαστό πλαστικό ντουέτο με την κούκλα-σκιά της, όπου αναρωτιέται κανείς ποια είναι η κούκλα και ποια η ζωντανή ηθοποιός. Πηγαίος ο Γιώργος Νανούρης, ως καλόκαρδος Συμεών, και άρτιος ο χειρισμός της κούκλας από τον ίδιο. Γάντι και ο ρόλος του Μιχαήλ για τον Κουνέλα, ο οποίος βρίσκεται στο στοιχείο του.

Τα φώτα έχουν σβήσει και το ακροατήριο βουβό. Δεν είναι που αγνοεί πως η παράσταση τελείωσε, όπως συμβαίνει σε άλλες περιπτώσεις. Είναι που αυτό ακριβώς τρέμει και γι’ αυτό διστάζει. Και μετά όμως το επανειλημμένο χειροκρότημα, κανείς δεν φαίνεται πρόθυμος να σηκωθεί απ’ τη θέση του. «Ο Θεός είναι αγάπη», η τελική διαπίστωση και φράση. Ναι, αλλά και η Αγάπη είναι Θεός. Και ποιος, και πώς, να βγει μετά στην Πειραιώς…

 *Ο τίτλος είναι παραφθορά γνωστού στίχου της Κικής Δημουλά.
 Έλενα Σταγκουράκη

Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό "Φρέαρ" (http://frear.gr/?p=3505)


22/12/13

"Από τι ζουν οι άνθρωποι"...




"Από τι ζουν οι άνθρωποι"
Λέων Τολστόι
Διασκευή, σκηνοθεσία, ερμηνεία: 
Ηλ. Κουνέλας, Όλ. Λαζαρίδου, Γ. Νανούρης
Ελληνικός κόσμος.

Με τρόπο απόλυτα ποιητικό και τρυφερά παραμυθένιο μεταφέρεται στο σανίδι του Ελληνικού Κόσμου το διήγημα του Τολστόι. Μέσα από τρεις τρίφυλλες ντουλάπες ξεπηδούν πρόσωπα και περιστατικά, ενώ στο προσκήνιο, με χαρακτήρα υπενθύμισης (έτσι, για να μην ξεχνιόμαστε και βυθιζόμαστε απόλυτα στο παραμύθι), λαμβάνει χώρα μια αντίστοιχη μεταφορά στο σήμερα: δυο χώρες, δυο κόσμοι, δυο εποχές. Το ζητούμενο όμως πάντα Ένα: αυτό, απ' το οποίο ζουν οι άνθρωποι. Τη στιγμή που και οι άγγελοι ακόμη αποδεικνύονται "αδύναμοι", ο άνθρωπος καλείται να φανεί δυνατός. Διασκευή, σκηνοθεσία, σκηνικά, φωτισμοί, έξοχα! Ποιος και πώς να βγει μετά στην Πειραιώς...

Πλήρης κριτική πολύ σύντομα στο "Φρέαρ".

Έλενα Σταγκουράκη

21/12/13

Καλή ανάγνωση!



Στο 9ο τεύχος παρούσα και η Ιδέα Βιλαρίνιο, 
με πολιτικά ποιήματα και μία από τις δύο -όλες κι όλες- συνεντεύξεις της 
σε δική μας μετάφραση.
Καλή ανάγνωση!

Ε.Σ

17/12/13

Όταν ο ήλιος...



Όταν ο ήλιος

"Όταν ο ήλιος..."
σκην. Δημoσθένης Φίλιππας
Θέατρο Τζένη Καρέζη

Παιδικές φωνές και γέλια, ποδοβολητά, ο χημικός τύπος του νερού, η διδακτέα ύλη της τετάρτης δημοτικού. Ήχοι που εκρήγνυνται στον αέρα της σκηνής του θεάτρου Τζένη Καρέζη, ώσπου σβήνουν τα φώτα και ξεκινά ο αγώνας για το στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί: τη μεταφορά στο σανίδι του μυθιστορήματος της Ζωρζ Σαρή, 'Όταν ο ήλιος'. Κάθε ανάλογη προσπάθεια συνιστά στοίχημα, καθώς η αλλαγή του μέσου προϋποθέτει και αντίστοιχες ουσιαστικές προσαρμογές. Η Βένια Σταματιάδη με τη διασκευή της προσπάθησε ν' αποτυπώσει το γενικότερο κλίμα στην Αθήνα εκείνης της εποχής, δηλαδή του Β παγκοσμίου πολέμου, της Κατοχής και της Αντίστασης ώς την απελευθέρωση, εντάσσοντας όχι μόνο αποσπάσματα του βιβλίου, αλλά και τραγούδια, ποίηση, και ιστορικά ντοκουμέντα του τότε. Σ' αυτήν της την προσπάθεια διαφαίνεται η αγωνία της, εύλογη ομολογουμένως, να περιλάβει και να δείξει όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία και με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, καθώς και ν' ανταπεξέλθει στις αυξημένες απαιτήσεις του εγχειρήματος, του κοινού, αλλά και των ζώντων προσώπων, ο ρόλος των οποίων ενσαρκώνεται στην παράσταση, όπως της Άλκης Ζέη, αδερφικής φίλης της Σαρή, η οποία δεν συμμετέχει στην παράσταση μόνο με τη φωνή της, αλλά -κυρίως- με τη διαρκή της αόρατη και συμβολική παρουσία. Καλός ο εμπλουτισμός, μόνο που σ' αυτήν την περίπτωση ο Δημοσθένης Φίλιππας στη σκηνοθεσία του θα έπρεπε να φροντίσει για ταχύτερο ρυθμό και ροή των σκηνών, καθώς δεν απεφεύχθη τελικά η κοιλιά. 
 
Από τους ηθοποιούς ξεχωρίσαμε την Αμαλία Καβάλη (στο ρόλο της Ειρήνης), η οποία αναμφισβήτητα διαθέτει υποκριτικό βάρος και τη δυναμική περαιτέρω εξέλιξης. Ιδιαίτερα θεατρικός στο ρόλο του μουσικού αφηγητή και ο Γιώργος Τσακνής. Και ναι: "Μόνο αυτός που παλεύει το σκοτάδι μέσα του, θα έχει μεθαύριο δικό του μερτικό στον ήλιο."

Έλενα Σταγκουράκη

* Η παράσταση συνιστάται για παιδιά.
 

12/12/13

Ωραίο γίνεται και το πεζό, άμα η αγάπη το ακουμπήσει με του Φοίνικα τα φτερά...





















Gioconda Belli

Αυτό θα πει αγάπη (Esto es amor)
 
                                    "Αυτό θα πει αγάπη− όποιος το ζει, το ξέρει" 
                                     (Lope de Vega)

Ο νους αρνείται τα όμορφα να ξεχάσει,
αρπάζεται απ’ αυτά και κάθε πόνο παραβλέπει,
με τρόπο μαγικό παραδομένος στο ωραίο.
Λόγια δε θυμάμαι για μπράτσα πλαδαρά,
παρά τη δική σου πάντα λεπτή μέση∙
θυμάμαι την απαλή, ακριβή, καθάρια διαφάνεια των χεριών σου,
τις λέξεις σου σε ένα χαρτί που βρίσκω παραπέρα,
την αίσθηση της γλύκας το πρωί.
Ωραίο γίνεται και το πεζό,
άμα η αγάπη το ακουμπήσει με του Φοίνικα τα φτερά,
στάχτη απ’ το τσιγάρο μου που είναι ο καπνός
μετά τον έρωτα,
ή ο κοινός καπνός,
ο αφαιρεμένος απαλά απ’ το στόμα δίχως λέξη,
γνωρίζοντας βαθειά πως ό,τι ο ένας, αυτό κι ο άλλος
όταν οι δυο σ’ αλλήλους ανήκουν.
Δεν σε καταλαβαίνω και θα ’θελα να σε μισώ,
θα ’θελα να μη νιώθω όπως τώρα
την κάψα των δακρύων μου στα μάτια
για όλον αυτόν τον χρόνο προς το κενό,
προς τον κόρο ασήμαντων ημερών,
που αθάνατες επιστρέφουν στην ηχώ μέσα του γέλιου σου,
και σ’ αγαπώ, τέρας αποκαλυπτικό της βίβλου των ημερών μου
και σε κλαίω, ποθώντας να μισήσω
κάθε τι που κάποτε μ’ έκανε να νιώσω
άνθος σπάνιο σε παράδεισο ανακτημένο,
όπου κάθε ευτυχία θα ήταν δυνατή,
και με πονάς στο σώμα το ευαίσθητο και ξηρό από χάδια,
εγκαταλειμένο ήδη μήνες στον ήχο των φιλιών,
λέξεων ψιθυριστών ή γέλιων την ώρα του μπάνιου.
Σε ποθώ με την αγριότητα του κάκτου μες στην έρημο
και ξέρω πως δεν θα ’ρθεις
ποτέ σου δεν θα ’ρθείς
και πως αν έρθεις, αδύναμη θα δειχτώ όπως δεν πρέπει,
κι αντιστέκομαι, μη γίνω βράχος,
Ταρπήιος,
ή Σπαρτιάτισσα που την ανήμπορη αγάπη της ρίχνει, να μη ζήσει,
και σε κρύβω και σε φυλώ μες στο σκοτάδι
και ανάμεσα στα γράμματα τα μαύρα των γραπτών μου,
γυρτά σαν λάβας ποταμό στις μπλε πάνω γραμμές του τετραδίου
που μου θυμίζουν πως η γραμμή είναι ευθεία,
αν και ο κόσμος καμπύλος
σαν των γοφών μου την γραμμή.
Σ’ αγαπώ και σ’ το φωνάζω όπου και να ’σαι,
κι ας μην ακούς
τη μόνη λέξη που μπορεί να σε σώσει απ’ την κόλαση
που κατεργάζεσαι, σαν τυφλός καταστροφέας
της πιο δικής σου, καταπιεσμένης τρυφεράδας
που εγώ γνωρίζω και που απ’ τη γνώση της
ποτέ πια δεν θα μπορέσεις να ξεφύγεις.
Και ξέρω πως η δίψα μου μονάχα με το ύδωρ το δικό σου ξεδιψά
και πως άλλος κανένας να μου δώσει να πιω δεν μπορεί,
ούτε αγάπη, ούτε έρωτα, ούτε κλαδί ανθισμένο
δίχως εγώ να τον μισήσω στην προσπάθειά του να σου μοιάσει,
και γι’ άλλες φωνές να ξέρω δεν θέλω
κι ας με πονά η νοσταλγία της στοργής
και της συζήτησης, βαθειάς και διεξοδικής, μεταξύ των δυο,
γιατί μονάχα εσύ κατέχεις τον κώδικα τον μυστικό
για το κλειδί των λέξεών μου
και μόνο εσύ μοιάζει να κατέχεις
τον ήλιο, το φεγγάρι, το σύμπαν της χαράς μου,
και για τούτο θα ’θελα να σε μισώ όπως δεν μπορώ,
όπως ξέρω πως ποτέ δεν θα μπορέσω
αφού με μάγεψες με τη δισάκι σου γεμάτο με βοτάνια
και νοσταλγίες και σπίθα αναμμένη
και μακρόσυρτες σιωπές
και όμηρο θα με κρατάς των ηράκλειων χεριών σου
κι εγώ θα εξαϋλωθώ, Αφροδίτη θα γίνω σε μια θύελλα δαφνόφυλλων,
και το όζον στην ατμόσφαιρα, που νιώθει τον ερχομό της βροχής,
θα ξέρει πως πια δεν υπάρχουν σύννεφα,
ούτε εξάτμιση,
ούτε ποτάμια,
ότι ο κόσμος αποξηράθηκε
και πως ποτέ πια δεν θα βρέξει,
ούτε χιόνι θα υπάρξει ούτε κρύο ούτε παράδεισος
όπου κάποιο πουλί να σπάσει θα μπορέσει
του θρήνου τη σιωπή.


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

Πρώτη σημοσίευση: Περιοδικό Poeticanet, τεύχος 18 (Απρίλιος 2013)


9/12/13

Vazgeçtim...


 

Παραιτήθηκα

Παραιτήθηκα...
Από τα μάτια σου,
Παραιτήθηκα...

Από τα λόγια σου

Ένα αχ σου αρκεί
Σιωπηλά, μονάχη
Σου έστειλα τα χείλη μου
Μην τα φιλήσεις αρκεί να τα πάρεις


Το δέρμα μου δεν ξέρει τα χέρια σου
Η καρδιά μου δεν ξέρει την καρδιά σου
Αχ αυτή η μυρωδιά, αυτό το δέρμα, αυτό το άγγιγμα
Αχ αυτή η τρέλα, περικυκλώνει το κορμί μου
Είναι η ώρα να εξαφανιστώ...


6/12/13

Ερυθραί νήσοι σημειώσατε: 2



 Ερυθραί νήσοι σημειώσατε: 2 

 

«Η ερυθρά νήσος»
Μιχαήλ Μπουλγκάκοβ
Σκην. Μαργαρίτα Καστρινού
Ομάδα Οίστρος
Ίδρυμα Μιχ. Κακογιάννης
Νοέμβριος 2013


«Έχω μπουχτίσει απ’ την αλληγορία» αναφωνεί ο θιασάρχης. Μακάρι να μπορούσε να πει το ίδιο και ο σημερινός Έλληνας, είτε ως θεατής είτε ως πολίτης είτε ως άνθρωπος, σε μια εποχή όπου όλα παρουσιάζονται και προσφέρονται στυγνά, μέσα σε όλη τους την άγρια ωμότητα, στο πιάτο του.



Μια αλληγορία συνιστά λοιπόν «Η ερυθρά νήσος», θεατρικό έργο το οποίο παίρνει αργοπορημένα στα χέρια του ο θιασάρχης –και το οποίο ο θίασος καλείται να παρουσιάσει δίχως πρόβες, απευθείας σε πρόβα τζενεράλε, στον λογοκριτή– στο ομώνυμο έργο του Μπουλγκάκοβ. Θέατρο μες στο θέατρο, λοιπόν. Σε ένα πρώτο επίπεδο καυτηριάζεται με σατιρικό τρόπο, και με αφορμή προσωπικά βιώματα του Μπουλγκάκοβ, η θεατρική πραγματικότητα, όπου μια παράσταση γεννάται απ’ το πουθενά, με ουσιαστικώς ανύπαρκτα μέσα, έλλειψη χρόνου κι αντίστοιχης προετοιμασίας και καλόπιασμα των κριτικών. «Ο κόσμος τρελαίνεται με τέτοιες μικρές καινοτομίες στο θέατρο», «αυτή τη σαιζόν έπαιξα μόνο οχτώ ρόλους», «είμαι εναντίον της ναφθαλίνης, προτιμώ τα έργα ζώντων συγγραφέων», «τον επαναστάτη παίζεις, όχι τον τρελό» είναι μερικές από τις φράσεις που διακωμωδούν πικρές αλήθειες του σημερινού χώρου του θεάματος, αλλά και ιδέες παρεξηγημένες. Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, το εγκιβωτισμένο έργο περιγράφει την πολιτική ζωή σ’ ένα νησί ιθαγενών, στιγματίζοντας τον καιροσκοπισμό, την κατάχρηση εξουσίας, την υποκρισία των εξουσιαστών μεταξύ τους, αλλά και απέναντι στους εξουσιαζόμενους, την ευπιστία του λαού, αλλά και τη ‘γενναιοδωρία’ και την ‘αυταπάρνηση’ των εκάστοτε σωτήρων-συμμάχων, εδώ εν είδει Άγγλων και Γάλλων ευγενών που παραπέμπουν ευθέως στις αντίστοιχες αποικιακές αυτοκρατορίες. Τα δύο μάλιστα έργα συνδιαλέγονται μεταξύ τους κι αλληλεπιδρούν: πότε εισέρχεται το πρώτο στο δεύτερο, και πότε ακολουθείται η αντίστροφη πορεία.



Το έργο του Μπουλγκάκοβ μεταφέρθηκε με επιτυχία στη σκηνή του Ιδρύματος Κακογιάννη. Η διασκευή και σκηνοθεσία του έργου από την Καστρινού ηπήρξε επαρκής, αν και δεν απεφεύχθη μια μικρή κοιλιά στο σκηνή με το λόγο του «απελευθερωτή» Κίρι. Κάποιες σκηνές τραβούσαν περισσότερο σε μάκρος απ’ ό,τι θα ’πρεπε. Το κείμενο έρεε ομαλά, ακολουθώντας τη μετάφραση της Βασιλικιώτη. Τα σκηνικά και τα κοστούμια της Βαρσάνη, λιτά κι ευφάνταστα. Καίριος ο ρόλος του συνόλου κρουστών του Βασιλάτου στην αποτύπωση της έκρηξης του ηφαιστείου, της επανάστασης, και γενικότερα. Σε αντιστοιχία δε με την έλλειψη μέσων που περιγράφει το έργο, η παράσταση δυστυχώς δεν διέθετε πρόγραμμα ή κάποιο –έστω– σχετικό ενημερωτικό φυλλάδιο.


Όσο για την ομάδα των ηθοποιών, απέδωσε το έργο μέσα σ’ ένα γενικότερο κλίμα παιχνιδιού. Ξεχωρίσαμε τον ατακτούλη βασιλιά των ιθαγενών, Ευθύμη Γεωργόπουλο, τον θιασάρχη σε απόγνωση, Χρήστο Θεοχαρόπουλο, με το αυθόρμητο παίξιμό του που θύμιζε ωστόσο κάτι από Άγγελο Παπαδημητρίου, τον τσαχπίνη στρατηγό ‘Λίκι’ και τον αφελή βοηθό –«Πασπαρτού» όνομα και πράγμα– ‘Μετιόλκιν’.


«Το θέατρο για μένα είναι ναός» εκρήγνυται ο θιασάρχης Παμφίλοβιτς. Αμήν!



Έλενα Σταγκουράκη
Αθήνα, 24.11.2013

Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό "Φρέαρ" (http://frear.gr/?p=3048)

3/12/13

Μια Αρετίνα...

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Θεοδόσης Βολκώφ
 
Όπου
ο PIETROARETINO
εν έτει 2013
βρίσκει το άλλο του μισό
 
 
Βρήκα επιτέλους μια για την ουρά μου,
την ταιριαστή κι αντάξιά της θήκη·
δεν της ανήκω και δεν μου ανήκει·
βρήκα, τ’ ομολογώ, τον μάστορά μου.
 
Γυρίστρω, ψεύτρα, πονηρή, ναζιάρα,
–το άλλο μου μισό– με κερατώνει,
μαλώνουμε συχνά κι όταν θυμώνει
–φυλάξου, Πέτρο!– πέφτει και σφαλιάρα.
 
Τα δυο μας, όταν τρίζει το κρεβάτι,
τι μουσική αλλόκοτη ποιούμε!
Και ύστερα απ’ την κάθε μας απάτη
χριστιανικά τον άλλο συγχωρούμε.
 
Είναι, που λεν, σαν τα νερά τα κρίνα·
τα κρύα εννοώ. Μια Αρετίνα.