28/9/12

Έπρεπε στην κόλαση της κόλασης να φτάσουν...




















Θεοδόσης Βολκώφ 

(Από το εκτενές ποίημα "Γιουβενάλης") 


                                                                Es muss sein!
                                                                         Ludwig van Beethoven

ΙΧ

Έτσι έπρεπε. Το Τέλος να τελειώσει.
Έπρεπε η γη στη Γη να επιστρέψει
και να καταργηθεί η μάταια γνώση
και η μικρόψυχη, μικρόπνοη σκέψη
να βυθιστεί στο χώμα και να λιώσει.

Έπρεπε αυτός ο άνθρωπος να δύσει.
Έπρεπε να σβηστεί ό,τι εσβήστη
για να εγγραφεί ξανά και να μιλήσει
η σαρκωμένη, σαρκοβόρα Πίστη
που σ' ερειπιώνες τη ζωή θα ξαναρχίσει.

Έπρεπε ν' αρθρωθεί η Άλλη Λέξη,
η Χοϊκή, στα πλάχνα να ριζώσει.
Του φόνου το άχθος έπρεπε ν' αντέξει
Φύση αποφασισμένη να σκοτώσει
και σύμπασα τη Γη να διατρέξει.

Έπρεπε να 'ρθουν του άντρα οι ωδίνες
και της γυνάικας η ανείπωτη οδύνη
και να γεννήσουμε ξανά στις άγιες κλίνες
αυτό που θα επιμείνει και θα μείνει
σε χρόνους δίσεχτους - τους οργισμένους μήνες.

Έπρεπε το αίμα φλόγα ν' αναδώσει,
να φλογιστούν του ορίζοντα τα μάκρη,
των θαλασσών τα πλάτη να οργώσει
κι η πυρκαγιά να κάψει απ' άκρη σ' άκρη
τον άνθρωπο, τον κόσμο να εκπυρώσει.

Έπρεπε ο ένας πάλι να πληθύνει,
κάθε κορμί μυριάδες να χωρέσει,
αφού ο καθείς και εκβολή και κρήνη
Τού Ενός. Κι η μάζα η κρίσιμη να δέσει,
ώστε ο λαός Λαός να ξαναγίνει.

Έπρεπε ο χρόνος όλος να πυκνώσει
κι η έκρηξη τού ανθρώπου να ταχύνει
μετά από δυο χιλιάδες χρόνια για να ομώσει
σε Νέο Θεό, στη Σάρκα που θα δίνει
τη σύγχρονη, την αναγκαία βρώση.

Έπρεπε εφτά γενιές να θυσιάσουν
κάθε παράδεισο και κάθε ειρήνη,
στην κόλαση της κόλασης να φτάσουν
κι από τον άρτο πιο πολύ Δικαιοσύνη
έπρεπε να φωνάξουν, να πεινάσουν.

Έπρεπε και τη ζήση τους ως Μοίρα
να νιώσουν οι άνθρωποι παντού και πάλι
και να μισήσουν κάθε σκήπτρο και προφύρα
και να τινάξουνε σαν ταύροι το κεφάλι
το δίκιο τους κραδαίνοντας ως Λύρα.

Έπρεπε στην καρδιά του κυκεώνα
να θέσουν τους εαυτούς τους, με μανία
να λιώσουνε τον εικοστό και πρώτο αιώνα
και να γεννήσουν, στην ανάγκη με τη βία,
άγρια χαρά στην άγρια αλγηδόνα.

Έπρεπε και τα κάλπικα βιβλία
που κρύβουν τη ζωή, υποταγμένα
στο πλούτος που κρατά η Ιστορία,
να τα ξεσχίσουν και να μείνει μόνο το ένα, 
λέξη έσχατη και πρώτη - Ελευθερία.

Έπρεπε να σταθούν μπροστά στα κάστρα,
οι νέοι βάρβαροι με δύναμη πληβεία
και σκέψη αναγελάστρα και βιάστρα
τη βούληση να λύσουν τα στοιχεία
που τη φωτιά στη Γη θα φέρουν από τ' άστρα.

Έπρεπε να περάσουνε στο στόμα
της μάχαιρας τα πάντα κι επί λίθου
λίθο να μην αφήσουνε κι ακόμα
με την αρχέγονη, τραχιά ψυχή του Μύθου
στον Νέον Άνθρωπο να δώσουν νέο σώμα.

Κι έπρεπε, τέλος, στην πανάρχαια εκείνη κάπη
το άστρο νέο πάλι να κατέλθει,
ώστε μετά απ' του Μίσους το έλλογο δρολάπι
μεγάλη, καθαρτήρια να επέλθει
πολεμικότατη παρθένα - η Αγάπη.



************************************************************************


Η αναστροφή της ανθρώπινης πορείας μέσω της επανάστασης ή μήπως η αενάως κυκλική πορεία της Ιστορίας;

Μια σύντομη κρίση για το εκτενές ποίημα "Γιουβενάλης"* του Θεοδόση Βολκώφ  



Άραγε συνειδητοποιούμε, αντιλαμβανόμαστε, τι έχουμε στα χέρια μας όταν κρατάμε τον "Γιουβενάλη" του Βολκώφ ή μήπως πέφτουμε στην εύκολη παγίδα να τον θεωρήσουμε γέννημα ενός αψίθυμου και βωμολόχου, ενδεχομένως  εκκεντρικού, ποιητάρη; Κάθε άλλο παρά το τελευταίο ισχύει. Διαβάζοντας το ποίημα γινόμαστε με μιας Άτλαντες που υπομένουν το αβάσταχτο βάρος ταυτόχρονα της καταστροφής και της δημιουργίας, του άντρα και της γυναίκας, του σκώμματος και της εξύμνησης, του σήμερα και της Ιστορίας, του Τίποτα και του Παντός. Κρατάμε το χρονικό μιας επανάστασης, μιας που μέλλεται να τελεστεί, με τελικό κι ευκταίο στόχο την ανατολή κι επικράτηση ενός Νέου Ανθρώπου, ενός νέου κόσμου και μιας αγνής και παντοδύναμης Αγάπης. Ήρωες είναι ένας Αδάμ και μια Εύα με σημείο εκκίνησης, αυτή τη φορά, την κόλαση, και τον Παράδεισο για προορισμό τους.

Πρόκειται για χρονικό άλλοτε βαθειά λυρικό, άλλοτε σκληρά βίαιο, μα πάνω και πέρα απ' όλα, Ποιητικό.

Όχι,  ο Βολκώφ, κατά το σιλλερικό πρότυπο, αν και γέννημα της εποχής του, δεν υπήρξε ευτυχώς ούτε μαθητής της, ούτε χαϊδεμένο της παιδί. Αντιθέτως, γεφυρώνει αρμοστά στον "Γιουβενάλη" του το ποιητικό παρελθόν και παρόν, αποδεικνύοντας τι είναι αυτό που τον ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους ποιητές της γενιάς του: Αίσθημα ευθύνης -επομένως και συνέπεια-, ποιότητα και, κυρίως, ιδεολογικό υπόβαθρο.

Έλενα Σταγκουράκη


*(Εκδόσεις Παρισιάνου, 2012)

23/9/12

Ασάλευτο σημείο στη θύελλα...

















                                                                Για τη Δήμητρα και το Νίκο

William Shakespeare


Σονέττο 116

Δεν το πιστεύω κάποιο εμπόδιο να υπάρξει
στον γάμο μιας ψυχής που είναι πιστή:
Αν βρει αλλαγές στο ταίρι της κι αλλάξει
και μ’ άλλον πάει, δεν είναι αγάπη αυτή!
Οχι, η αγάπη είναι ασάλευτο σημείο
στη θύελλα, σταθερό στον ουρανό,
άστρο που δείχνει την κατεύθυνση στο πλοίο
αξιόπιστα, αν και τόσο μακρινό
Δεν ειν’ η αγάπη παιγνιδάκι για τον χρόνο
αν ασχημίζουν χείλη, μάγουλα, λαιμοί,
η αγάπη δεν αλλάζει. θά ‘ναι αγάπη μόνο
και στου θανάτου ακόμα τη στιγμή!

Αν δεν ειν’ έτσι, αν άστατος κι εγώ αποδειχτώ,

τότε κανένας δεν αγάπησε ποτέ στον κόσμο αυτό.



Μετάφραση: Στυλιανός Αλεξίου 

*******************************

Sonnet 116

 

Let me not to the marriage of true minds
Admit impediments. Love is not love
Which alters when it alteration finds,
Or bends with the remover to remove:
O no! it is an ever-fixed mark
That looks on tempests and is never shaken;
It is the star to every wandering bark,
Whose worth's unknown, although his height be taken.
Love's not Time's fool, though rosy lips and cheeks
Within his bending sickle's compass come:
Love alters not with his brief hours and weeks,
But bears it out even to the edge of doom.

   If this be error and upon me proved,
   I never writ, nor no man ever loved. 

 

19/9/12

Ίδιος ομίχλη θολερός...

















Sylvia Plath


Είσαι

όμοιος με γελωτοποιό, πανευτυχής στα χέρια τα δικά σου,
με τα πόδια στ' άστρα, φεγγαροκέφαλος,
σαν ψάρι με βράγχια. Ένας κοινός νους
με του ντόντο την ίδια μοίρα
από αντίχειρες κατιόντες.
Τυλιγμένος τον εαυτό σου σαν καρούλι,
ανιχνεύοντας σαν γλαύκα τα σκοτάδια σου.
Άλαλος σαν γογγύλι στις τέσσερις
του Ιούλη, Πάντων των Κουτών ανήμερα,
ω μικρό μου εσύ, κορδωτό καρβέλι.

Σαν γράμμα ανυπόμονα ακριβοθώρητος, ίδιος ομίχλη θολερός.
Πιο μακρινός κι απ’ αυτήν την Αυστραλία.
Πολυταξιδεμένο αρθρόποδο, Άτλαντας, στη μέση του γυρτός.
Σαν βλαστός τρυφερός, και στα νερά σου
σαν, σε βαζάκι από τουρσί, παπαλίνα.
Καλάθι με χέλια ως τα ρέλια.
Σαλταδόρικος σαν φασόλι μεξικανικό.
Ορθός σαν καλοϋπολογισμένο ποσό.
Άγραφος μαυροπίνακας, με το πρόσωπό σου επάνω.



Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

***********************************

You re

Clownlike, happiest on your hands,
Feet to the stars, and moon-skulled,
Gilled like a fish. A common-sense
Thumbs-down on the dodo's mode.
Wrapped up in yourself like a spool,
Trawling your dark as owls do.
Mute as a turnip from the Fourth
Of July to All Fools' Day,
O high-riser, my little loaf.

Vague as fog and looked for like mail.
Farther off than Australia.
Bent-backed Atlas, our traveled prawn.
Snug as a bud and at home
Like a sprat in a pickle jug.
A creel of eels, all ripples.
Jumpy as a Mexican bean.
Right, like a well-done sum.
A clean slate, with your own face on.

15/9/12

Μαύρη ομορφιά και χάρη...

Δεν θέλω να είμ' αυτή η χώρα...

















Δημήτρης Δημητριάδης

Επιλογή αποσπασμάτων από το βιβλίο "Πεθαίνω σαν χώρα"
 

... Την χρονιά εκείνη έγιναν κι οι περισσότερες συνωμοσίες στα ανώτατα κρατικά κλιμάκια, κοπάδια βουλευτών εξαγοράζονταν και προσχωρούσαν κορδωμένοι στην ακριβώς αντίθετη παράταξη μόνο και μόνο για να ικανοποιήσουν προσωπικές ή οικογενειακές φιλοδοξίες, οι φανατικοί πατριώτες κι εθνικόφρονες φυγάδευσαν περιουσίες ολόκληρες στο εξωτερικό με την βοήθεια των αλληλοκαθρεφτιζόμενων καθεστώτων που ορισμένοι απ' αυτούς τα κρατούσαν με τα λεφτά τους και τις διασυνδέσεις του στην εξουσία, οι κυβερνήσεις διαδέχονταν η μια την άλλη μ' έναν πυρετώδη ρυθμό αλληλουχίας αποτυχιών, εγκλημάτων κι αναρίθμητων μορφών ανικανότητας που έφτανε στα όρια της πνευματικής παραλυσίας, φρενιασμένοι οπαδοί πεθαμένων πολιτικών αρχηγών τούς έβγαλαν απ' τους τάφους τους και κρατώντας τους ψηλά μέσα στα λασπωμένα φέρετρά τους, τους περιέφεραν στους δρόμους ζητώντας με εξτρεμιστικά συνθήματα την επαναφορά τους στην ενεργό πολιτική γιατί υποστήριζαν πως μόνο αυτοί θα γλίτωναν την χώρα απ' την ολοκληρωτική της εξαφάνιση, φανατισμένοι λόγιοι έβγαιναν στα μπαλκόνια τους και παρακινούσαν τα σαστισμένα πλήθη ν' απαρνηθούν την ζωή, να τρέφονται μόνο με ρίζες και ν' αναπαράγονται πλαγιάζοντας με ακρωτηριασμένα αγάλματα, μέσα σε μια συναισθηματική κι ιδεολογική παράκρουση όμοια μ' εκείνων που προσπαθούσαν να επέμβουν στην καυτή πραγματικότητα για να την αλλάξουν ριζικά εφαρμόζοντας πολιτικά προγράμματα που ήσαν επινοήσεις άλλων εποχών (...), οι δολοφονίες έφτασαν σε ασύλληπτη συχνότητα και ωμότητα, άνθρωποι εξαφανίστηκαν για πάντα μέσα σε μια νύχτα και ποτέ κανείς δεν ξανάκουσε να γίνεται λόγος γι' αυτούς.


...Κι ένα μόνιμο φως πόνου κι αξόδευτης αγάπης πλανιόταν πάνω απ' όλα τα κτίσματα...

...Γιατί είχαν μαζευτεί πάρα πολλά μες στις καρδιές των ανθρώπων, τόσα που οι καρδιές δεν άντεχαν να τα κρατάνε άλλο μέσα τους...


**********************************

...Μια γυναίκα δεν είναι σα μια χώρα που αξιοποιεί τα ερείπιά της, τους τάφους της που τα ξεπουλάει όλα για εθνικό συνάλλαγμα ζώντας απ' αυτά. Εγώ δεν θέλω να 'μαι χώρα. Δεν είμαι χώρα. Δεν θέλω να είμ' αυτή η χώρα. Αυτή η χώρα είναι νεκρόφιλη, γεροντόφιλη, κοπρολάγνα, σοδομίστρια, πουτάνα, μαστροπός και φόνισσα. Εγώ θέλω να είμαι η ζωή, θέλω να ζήσω, θα 'θελα να ζήσω, θα 'θελα να μπορούσα να ζήσω, (...) όμως αυτή η χώρα δεν μ' αφήνει να το θέλω, δεν μ' αφήνει να είμαι η ζωή, να δίνω την ζωή, (...) έχει κάτσει όλη πάνω στην καρδιά μου και την έχει κουρελιάσει απ' τα εμφράγματα και τις εμβολές, κάθε θεσμός της κι ένα έμφραγμα, κάθε νόμος της και μια εμβολή, τα ήθη της μου 'χουν σμπαραλιάσει τα πνευμόνια, (...) κι όλο μου φέρνει κρύα ρίγη η χυδαιότητά της, η προσήλωσή της στα φαντάσματά της, οι υπεκφυγές της, οι αντιγραφές της, τα φρακαρισμένα της μυαλά...