28/12/09

Dos patrias tengo yo


REINALDO ARENAS

ΔΥΟ ΠΑΤΡΙΔΕΣ ΕΧΩ ΕΓΩ: ΤΗΝ ΚΟΥΒΑ ΚΑΙ ΤΗ ΝΥΧΤΑ


Δυο πατρίδες έχω εγώ: την Κούβα και τη νύχτα,
υποταγμένες και οι δυο στην ίδια κόλαση.
Κούβα ίσον νύχτα –και πού μια όαση;–
απ’ της κατηγορίας τους δε σώζομαι τα δίχτυα:

«Μακριά από την πατρίδα, τρελός με οπτασίες,
ως και ο θυμός σου με πλάνη μοιάζει,
καθώς και με ρόδα που το δρόμο χαράζει
και στον κατακλυσμό τραβά δίχως υποψίες.

Η προσπάθεια ν’ αναπνεύσεις μάταιος κόπος,
ο ήλιος λάμπα παραμένει σβηστή
και κυνικός θα γίνεις το ωραίο αν θες να ζήσεις.»

Αν τέτοια είναι η πατρίδα –το σκότος όπως–
οι αιώνες ενός κόσμου φταίνε εγωιστή,
μα εγώ ελπίζω μοναχά στην τρέλα της δικής μου φύσης.

(Νέα Υόρκη, 1986)

********************************

DOS PATRIAS TENGO YO : CUBA Y LA NOCHE

Dos patrias tengo yo: Cuba y la noche,
sumidas ambas en un solo abismo.
Cuba o la noche (porque son lo mismo)
me otorgan siempre el mismo reproche:

"En el extranjero, de espectros fantoche,
hasta tu propio espanto es un espejismo,
rueda extraviada de un extraño coche
que se precipita en un cataclismo

donde respirar es en sí un derroche,
el sol no se enciende y sería cinismo
que el tiempo vivieras para la hermosura".

Si ésa es la patria (la patria, la noche)
que nos han legado siglos de egoísmo,
yo otra patria espero, la de mi locura.

(Nueva York, 1986)

23/12/09

Carta II


Idea Vilariño

Επιστολή ΙΙ

Μακριά βρίσκεσαι στο νότο
εκεί που οι δείκτες δε δείχνουν τέσσερις.

Γερμένος στην πολυθρόνα σου
στηριγμένος στο τραπεζάκι
του δωματίου σου
ξαπλωμένος σε ένα κρεβάτι
δικό σου ή κάποιας
που ευχαρίστως θα εξάλειφα
- εσένα σκέφτομαι κι όχι εκείνες που πλάι σου ψάχνουν
αυτό το ίδιο που εγώ αγαπώ-.
Εσένα σκέφτομαι ήδη πέρασε μια ώρα
μα ίσως και μισή
δεν ξέρω.

Σαν πέσει το φως
θα ξέρω ότι πήγε πια εννιά
τα σκεπάσματα θα τραβήξω
θα ντυθώ το μαύρο μου φόρεμα
και το χτένι στα μαλλιά μου θα περάσω.

Ώρα για δείπνο
μα βέβαια, τι άλλο;

Όμως κάποια στιγμή
σε αυτό το δωμάτιο θα επιστρέψω
στο στρώμα θα πέσω
και τότε η ανάμνησή σου
-μα τι λέω;-
ο πόθος μου να σε δω
να με κοιτάζεις
η αρρενωπή σου παρουσία που απουσιάζει απ’ τη ζωή μου
θα βαλθούν
ως βάλθηκες εσύ το απόγευμα αυτό
που ήδη έγινε νύχτα
να σημαίνουν
το μόνο μοναδικό πράγμα
που στον κόσμο με νοιάζει.

Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

(Δημοσίευση στο περιοδικό Ποέτικα - Δεκέμβριος 2009)

****************************

Carta II

Estás lejos y al sur
allí no son las cuatro.

Recostado en tu silla
apoyado en la mesa del café
de tu cuarto
tirado en una cama
la tuya o la de alguien
que quisiera borrar
-estoy pensando en ti no en quienes buscan
a tu lado lo mismo que yo quiero-.
Estoy pensando en ti ya hace una hora
tal vez media
no sé.

Cuando la luz se acabe
sabré que son las nueve
estiraré la colcha
me pondré el traje negro
y me pasaré el peine.

Iré a cenar
es claro.

Pero en algún momento
me volveré a este cuarto
me tiraré en la cama
y entonces tu recuerdo
qué digo
mi deseo de verte
que me mires
tu presencia de hombre que me falta en la vida
se pondrán
como ahora te pones en la tarde
que ya es la noche
a ser
la sola única cosa
que me importa en el mundo.

17/12/09

Dos cuerpos




Octavio Paz

Δυο κορμιά


Δυο κορμιά αντικριστά
κύματα κάποτε θυμίζουν
και η νύχτα ωκεανό.

Δυο κορμιά αντικριστά
δυο πέτρες κάποτε θυμίζουν
και η νύχτα έρημο.

Δυο κορμιά αντικριστά
ρίζες κάποτε θυμίζουν
που τη νύχτα πλέκονται.

Δυο κορμιά αντικριστά
λεπίδες κάποτε θυμίζουν
και η νύχτα αστραπή.

Δυο κορμιά αντικριστά
δυο άστρα που πέφτουν
σε άδειο ουρανό.


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

********************

Dos cuerpos

Dos cuerpos frente a frente
son a veces dos olas
y la noche es océano.

Dos cuerpos frente a frente
son a veces dos piedras
y la noche es desierto.

Dos cuerpos frente a frente
son a veces raíces
en la noche enlazadas.

Dos cuerpos frente a frente
son a veces navajas
y la noche relámpago.

Dos cuerpos frente a frente
son dos astros que caen
en un cielo vacío.

Como el toro




Miguel Hernández

Σαν τον ταύρο

Σαν τον ταύρο, γεννήθηκα για δάκρυ και πόνο
και σημάδια φρικτά στη ράχη φέρω σαν τον ταύρο•
νερό της λήθης για το ξίφος να ‘ταν νά βρω,
το πύρινο, το βρομερό, το κολασμένο• αυτό μόνο.

Σαν τον ταύρο είχα κι εγώ καρδιά,
μια τόση δα μικρή αχτίδα.
Ερωτεύτηκα ευθύς την όψη σου σαν είδα
σαν καιόμενη, κι εγώ, απ’ τον ήλιο αμμουδιά.

Σαν τον ταύρο η τιμωρία με ωριμάζει,
τη λαλιά στο φυλλοκάρδι μου βουτώ
και βγαίνει απ’ το στόμα μου θύελλα μανισμένη.

Σαν τον ταύρο σε ζητώ, μα εσένα δε σε νοιάζει
κι αφήνεις τον πόθο μου για ‘σε καυτό•
σαν ταύρος, κι εγώ, που πάντα εσέ περιμένει.

Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

***********************

Como el toro

Como el toro he nacido para el luto
y el dolor, como el toro estoy marcado
por un hierro infernal en el costado
y por varón en la ingle con un fruto.

Como el toro lo encuentra diminuto
todo mi corazón desmesurado,
y del rostro del beso enamorado,
como el toro a tu amor se lo disputo.

Como el toro me crezco en el castigo,
la lengua en corazón tengo bañada
y llevo al cuello un vendaval sonoro.

Como el toro te sigo y te persigo,
y dejas mi deseo en una espada,
como el toro burlado, como el toro.

Y después


Federico García Lorca

Κι ύστερα


Οι λαβύρινθοι της μνήμης,
του χρόνου δημιουργίες,
σβήνουν.

(Η έρημος μονάχα
απομένει.)

Η καρδιά,
του πόθου πηγή,
σβήνει.

(Η έρημος μονάχα
απομένει.)

Η πλάνη της αυγής
και τα φιλιά, συνάμα,
σβήνουν.

Η έρημος μονάχα απομένει.
Έρημος που κυματίζει.


(Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη)

********************

Y después

Los laberintos
que crea el tiempo,
se desvanecen.

(Sólo queda
el desierto.)

El corazón,
fuente del deseo,
se desvanece.

(Sólo queda
el desierto.)

La ilusión de la aurora
y los besos,
se desvanecen.

Sólo queda el desierto.
Un ondulado
desierto.

12/12/09

Aún me sigues lloviendo





NÉSTOR MORRIS

ΑΚΟΜΑ ΜΕ ΣΤΑΛΑΖΕΙΣ

Στον ίσκιο από κάτω κρύφτηκα
ενός παράλογου ψέματος.
Πως είχα καταφέρει νόμισα
τις αναμνήσεις να θάψω
κάτω από το μεθοδικό
χαλίκι του χρόνου.

Άλλα τοπία περπάτησα,
τα κάτοπτρα αδιαφόρησα
που ήβρα στην πορεία μου.

Υπέθεσα τα ίχνη
στην άμμο πάνω χαραγμένα πως έμεναν
και πως το κύμα το επίμονο
στο διάβα του θα τά ’σβηνε.

Μάταια όλα·
δεν έπαψες ποτέ να με σταλάζεις.

Η ηχώ απ’ το όνομά σου
τα κρύσταλλα χτυπάει
των ματιών μου
και το πέρασμα των ημερών μόνο
κλειδί θυμίζει που γυρνά
τους κωδικούς λουκέτων σπάζοντας
τις υπάρξεις μας που ασφαλίζουν.


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη.


*************************


AÚN ME SIGUES LLOVIENDO


Me guarecí a la sombra
de una mentira absurda.
Pensé que había logrado
sepultar los recuerdos,
debajo de la grava
metódica del tiempo.

Caminé otros paisajes,
ignoré los espejos
que encontré en mi deriva.

Supuse que las huellas
estaban sobre arena
y que se irían al paso
tenaz de las mareas.

Pero todo fue en vano,
aún me sigues lloviendo.

El eco de tu nombre
golpea los cristales,
de mis ojos y el paso
de los días es sólo,
una llave que gira
descifrando el cerrojo
de nuestras circunstancias.

Die guten Gärtner





ERICH FRIED (1921-1988)

ΟΙ ΚΑΛΟΙ ΚΗΠΟΥΡΟΙ


Τι ωραία
που χέρι-χέρι
στον κήπο πηγαίνουμε
και στο δεντράκι μας
νερό δίνουμε
και φροντίδα περισσή

Με κόπο αφαιρώ τις κάμπιες εγώ
νεράκι το ποτίζεις εσύ!
Πόσο πράσινο θα ’ταν
σαν εμείς
τις ρίζες
δεν του τσεκουρώναμε

Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη


************

DIE GUTEN GÄRTNER

Wie schön
dass wir Hand in Hand
in den Garten gehen
und unseren jungen Baum
begießen
und pflegen

Ich klaube Raupen ab
Du bringst ihm Wasser!
Wie grün er wäre
wenn wir ihm nicht
die Wurzel
abgehackt hätten



Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

30/11/09

Che fece... il gran rifiuto



Κωνσταντίνος Π. Καβάφης

Che fece... il gran rifiuto

Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μιά μέρα
που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο το Οχι
να πούνε. Φανερώνεται αμέσως όποιος τόχει
έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντάς το πέρα

πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί του.
Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Αν ρωτιούνταν πάλι,
όχι θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει
εκείνο τ' όχι -το σωστό- εις όλην την ζωή του.

El vigilante de la nieve





ANTONIO GAMONEDA

Ο ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ ΤΟΥ ΧΙΟΝΙΟΥ


Παρατηρούσε τη γαλήνη, την κολλημένη στους ίσκιους, τους κύκλους
όπου σωρεύονται ανθρακωμένα άνθη, τα γερμένα κοτσάνια.
Κάποια απογεύματα το ακατανόητο χέρι του μας οδηγούσε στο μέρος
δίχως όνομα, στη μελαγχολία των παρατημένων εργαλείων.
Κάθε πρωί έβαζε στα κανάλια χάλυβα και δάκρυα και δασκάλευε
τα πουλιά στο τραγούδι της οργής: το διάφανο κανάλι για την κόρη,
την γλυκιά και ανόητη, το μπλε νερό για τη γυναίκα δίχως ελπίδα
που μύριζε ίλιγγο και φως, μόνη μέσα στο λούκι ανάμεσα σε λευκές σημαίες,
κρύα κάτω απ’ την κάπα και τα βλέφαρά της ήδη κίτρινα από έρωτα.
Ήταν ακατάπαυστος μέσα στον άδειο πόθο. Οι σκύλοι οσφραίνονταν
την αγνότητά του και τα χέρια του
τα πληγωμένα από τα οξέα. Το ξημέρωμα, κρυμμένος ανάμεσα
σε στρώματα λευκά, αγωνιούσε στην όψη λεωφόρων,
έβλεπε να χώνονται οι ίσκιοι
στο χιόνι, να κοχλάζει η ομίχλη στη βαθιά πόλη.

Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

******************************************

EL VIGILANTE DE LA NIEVE

Vigilaba la serenidad adherida a las sombras, los círculos donde se
depositan flores abrasadas, la inclinación de los sarmientos.
Algunas tardes, su mano incomprensible nos conducía al lugar sin
nombre, a la melancolía de las herramientas abandonadas.
Cada mañana ponía en los arroyos acero y lágrimas y adiestraba a los
pájaros en la canción de la ira: el arroyo claro para la hija
dulcemente imbécil; el agua azul para la mujer sin esperanza, la que
olía a vértigo y a luz, sola en el albañal entre banderas blancas,
fría bajo la sarga y los párpados ya amarillos de amor.
Era incesante en la pasión vacía. Los perros olfateaban su pureza y
sus manos heridas por los ácidos. En el amanecer, oculto entre las
sebes blancas, agonizaba ante las carreteras, veía entrar las sombras
en la nieve, hervir la niebla en la ciudad profunda.

Αέρας αύγουστος 6


Κώστας Κουτσουρέλης


Αέρας αύγουστος 6



  ΠΡΟΣΗΛΩΜΕΝΟΣ σκύβω στο νερό.
    Γράφω τη λέξη: θάλασσα. Τη λέξη: Εδέμ.
  Σε μια αυτοσχέδια σειρά καταχωρώ

  πάνω στο υδάτινο χαρτί όλα τα δεν,
    όλα τα μη, όλα τα τίποτα.
  Όλα τ' ασώματα νοήματα τ' ανείπωτα

  για μια στιγμή αστράφτουν στον αφρό.
    Κοιτάζω γύρω μου. Άλλος κανείς.
  Μονάχα ο ήλιος, ξεχασμένος συγγενής,

  κρεμιέται κίτρινος πάνω απ' την παραλία,
    σινιάλο επίμονο στον άμετρο ουρανό.
  Προσηλωμένος γράφω. Σταθερό

  το χέρι μου οδηγεί η Επαγγελία.
    Γράμμα το γράμμα τ' όνομά της συντηρώ.
  Στην ίδια πάντοτε επιστρέφω αφετηρία.

  Προσηλωμένος γράφω στο νερό.

Μια κούπα γάλα


ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ

ΜΙΑ ΚΟΥΠΑ ΓΑΛΑ

Γ α λ ά ν ι ζ α ν –που λέει κι ο Ρίτσος– οι μετώπες
της Αίτνας, και το μάγμα εκρύωνε που ’χε τρέξει
στην κοίτη των ερώτων. Χτύπησε ήδη έξω έξη
φορές το σήμαντρο: εξημέρωνε. Α ν τ ι λ ό π ε ς

ετρέχαν οι σφυγμοί σου ακόμη – ε σ ύ μου τό ’πες–
λες και θα πρόφταιναν την ώρα που τη φέξη
των ουρανών θα επέβαλε στον κόσμο. Παίξει
δεν παίξει, πάντως, ο ήλιος –σκέφτηκα… (ο θεόπαις)–

τη μέρα που γεννιέται, ε μ ά ς δεν έλειψε όλη
τη νύχτα το ιλαρό του φως που αχτιδοβόλει
μέσ’ απ’ του κοριτσιού τα μάτια τα μεγάλα –:

τη λύρα του έκρουσε καλώς για μας ο Απόλλων
στην παννυχίδα. Ω, στον ροδή μυχό των θόλων
του φιλιού σου είδα πως ελαχταρούσες γάλα

ζεστό, που κατευνάζει τις ορμές. Και σού ’πα:    
θα σου ζεστάνω, αγάπη μου, να πιείς μια κούπα.    

27/11/09

Marienkäfer




ROSE AUSLÄNDER (1901-1988)

Πασχαλίτσα


Κλείνω
τον ουρανό
έξω απ΄την πόρτα μου

Λοξοδρομισμένη πασχαλίτσα
βούλες μαύρες επτά
σε ραχούλα κόκκινη

Οι Πλειάδες
παραπαίουν
στην άκρη των δακτύλων μου

Φτερά ξαφνικά
δάχτυλα αέρινα
ανοίγουν
τους ουρανούς
εμπρός στην πόρτα μου.

Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

*****************

MARIENKÄFER

Ich schließe
den Himmel
vor meiner Tür

Verirrter Marienkäfer
sieben Schwarzpunkte
auf rotem Rücken

Das Siebengestirn
schwankt
auf meiner Fingerspitze

Plötzliche Flügel
Luftfinger öffnen
den Himmel
vor meiner Tür

26/11/09

Tus palabras


MANUEL ALTOLAGUIRRE


ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΣΟΥ

Στηρίζεσαι στον ώμο μου,
το δεξί φτερό μου σχηματίζεις.
Ωσάν να ξεδίπλωνες
τα απαλά φτερά σου, τα μαύρα,
τα λόγια σου σε ουρανό
με ανεβάζουνε κάτασπρο.
Έκσταση. Σιωπή.
Καθισμένος στο τραπέζι μου,
τον ώμο μου βλέπω να αιμορραγεί
και την απουσία σου να με πληγώνει.

Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

*****************


TUS PALABRAS

Apoyada en mi hombro
eres mi ala derecha.
Como si desplegaras
tus suaves plumas negras,
tus palabras a un cielo
blanquísimo me elevan.
Exaltación. Silencio.
Sentado estoy a mi mesa,
sangrándome la espalda,
doliéndome tu ausencia.

Beso





MANUEL ALTOLAGUIRRE


ΦΙΛΙ


Πόσο μόνη φάνταζες από μέσα!
Στα χείλη σου σαν ξεπρόβαλα,
ένα τούνελ, από το αίμα κόκκινο,
σκοτεινό και θλιμμένο,
ώς τα έγκατα της ψυχής σου βυθιζόταν.
Σαν μπήκε το φιλί μου,
η θέρμη και το φως του
στην ξαφνιασμένη σάρκα σου
ρίγη και ταραχή γεννούσαν.
Από τη στιγμή εκείνη,
τα μονοπάτια που οδηγούν στην ψυχή σου
έρημα δεν τα θες πια νά ’ναι.
Πόσα βέλη, πόσα ψάρια και πουλιά,
πόσα χάδια και φιλιά!

Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

**********************

BESO

¡Qué sola estabas por dentro!
Cuando me asomé a tus labios
un rojo túnel de sangre,
oscuro y triste, se hundía
hasta el final de tu alma.
Cuando penetró mi beso,
su calor y su luz daban
temblores y sobresaltos
a tu carne sorprendida.
Desde entonces los caminos
que conducen a tu alma
no quieres que estén desiertos.
¡ Cuántas flechas, peces, pájaros,
cuántas caricias y besos !

Las caricias


MANUEL ALTOLAGUIRRE

ΤΑ ΧΑΔΙΑ


Τί μουσική θεσπέσια
τα χάδια μας!
Τι ακόρντα βαθιά,
τι οκτάβες τρυφερότητας,
δύναμης, ηδονής!
Η σιωπηλή αγάπη μας,
η σκοτεινή,
στις νύχτες μάς ανεβάζει τις αιώνιες,
αυτές που από εκεί ψηλά
τα άστρα ξεχωρίζουνε
τα πιο μακρινά.
Τί μουσική αγγέλων
τα χάδια τα δικά μας!

Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη


********************

LAS CARICIAS

¡ Qué música del tacto
las caricias contigo !
¡ Qué acordes tan profundos !
¡ Qué escalas de ternuras,
de durezas, de goces !
Nuestro amor silencioso
y oscuro nos eleva
a las eternas noches
que separan altísimas
los astros más distantes.
¡ Qué música del tacto
las caricias contigo !

22/11/09

Verano 1966



ANTONIO GAMONEDA

Θέρος του '66


(Στην Ε.Μ.)

Όταν στο πλάι της θάλασσας ξαπλώνω,
με μιας τα ύδατα υπάρχουν και ο σφυγμός τους
και ένας μπλε ουρανός σε τέτοιο βαθύ τόνο
που απέραντος μοιάζει για τα μέτρα τα δικά μου.

Η αίσθηση της θάλασσας, η κινούμενη αδράνειά της,
το μεγαλείο είναι και η λήθη του μυαλού σου∙
μα το νιώσιμο του βίου των συντρόφων
σύντροφο σε κάνει του εαυτού σου.

Ξέρω, ο ασάλευτος ουρανός το λόγο του έχει,
μα η λογική εκείνη που μέσα μας υπάρχει
θα υπάρχει και όταν ακόμα αυτόν τον ουρανό
το κρύο και ο άνεμος τον σβήσουν.

Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

*************************

VERANO 1966

Cuando me extiendo junto al mar,
existe el agua y su palpitación
y un cielo azul cuya profundidad
es demasiado grande para mí.

Sentir el mar, su lentitud viviente,
es la magnificencia y el olvido,
pero sentir la vida de los camaradas
en ser el camarada de uno mismo.

El cielo inmóvil tiene su razón, lo sé,
pero la razón que hay en nosotros
existirá aún cuando este cielo
hay sido borrado por el viento y el frío.

Voces





REINALDO ARENAS

ΦΩΝΕΣ


Εμείς ήρθαμε από τον αέρα
Εμείς ήρθαμε από τη θάλασσα
Εμείς φτάσαμε δεμένοι στην καμπίνα ενός αμαξιού
Εμείς φτάσαμε εξαρτώμενοι από τη ρόδα ενός αεροπλάνου
Εμείς φύγαμε ξορκίζοντας φαγκριά και ακτοφύλακες
Εμείς φύγαμε ανοίγοντας τούνελ στον αέρα
Εμείς φύγαμε κρεμασμένοι από την ουρά ενός κομήτη
Εμείς φτάσαμε κολυμπώντας, χολή ξερνώντας,
με τον πνεύμονα να εκρήγνυται,
κόκαλα στον ήλιο, αφυδατωμένοι,
και την καρδιά ξεψαχνισμένη.
Ναι, δίχως καμιά αμφιβολία εμείς είμαστε οι ευνοημένοι
– οι τυχεροί.
Οι υπόλοιποι αναπαύονται άχρονα κάτω απ’ την επιφάνεια της θάλασσας
ή καταριούνται τη φυγή μας
ενώ μυστικά και ανέλπιδα και αυτοί τη φυγή ποθούνε.

Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη.

**************************

VOCES

Nosotros vinimos por el aire
Nosotros vinimos por el mar
Nosotros llegamos amarrados a la cámara de un auto
Nosotros llegamos sujetos a la rueda de un avión
Nosotros salimos conjurando tiburones y guardacostas
Nosotros salimos taladrando un túnel en el aire
Nosotros salimos agarrados a la cola de un cometa
Nosotros llegamos a nado, vomitando la bilis,
soltando el bofe,
los huesos al sol, deshidratados,
descarnado el corazón.
Sí, sin duda somos los más dichosos
– los afortunados.
Los demás yacen sin tiempo bajo el mar
o condenan nuestra fuga
mientras secreta y desesperadamente desean partir.

16/11/09

Sé tú mi límite




JOSÉ ÁNGEL VALENTE

Εσύ το όριό μου γίνε


Το σώμα σου μπορεί
τη ζωή μου να γεμίσει,
όπως μπορεί το γέλιο σου
το τείχος να γκρεμίσει το μουντό της λύπης.

Μια σου και μόνο λέξη σπάει
την τυφλή τη μοναξιά σε κομμάτια χίλια.

Σαν το αστείρευτο στόμα σου στο δικό μου πλησιάζεις,
πίνω χωρίς σταματημό
τις ρίζες της ύπαρξής μου της ίδιας.

Εσύ όμως αγνοείς
το πόσο η εγγύτητα του σώματός σου
ζωή μου δίνει
ή το πόσο η απόστασή του
από εμένα τον ίδιο με τραβά
και σκιά με κάνει.

Εσύ υπάρχεις,
ανάλαφρη και φωτεινή,
ως δάδα καιόμενη
εν μέσω του κόσμου.

Ποτέ μη φύγεις:
Οι βαθιές κινήσεις της ύπαρξής σου
απαρτίζουν
τη μόνη νομοτέλεια για ‘μένα.
Συγκράτησέ με.
Εσύ το όριό μου γίνε.
Κι εγώ,
η εικόνα του ευτυχισμένου εαυτού μου,
που εσύ μου ‘χεις χαρίσει.


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

******************

SÉ TÚ MI LÍMITE

Tu cuerpo puede
llenar mi vida,
como puede tu risa
volar el muro opaco de la tristeza.

Una sola palabra tuya quiebra
la ciega soledad en mil pedazos.

Si tu acercas tu boca inagotable
hasta la mía, bebo
sin cesar la raíz de mi propia existencia.

Pero tú ignoras cuánto
la cercanía de tu cuerpo
me hace vivir o cuánto
su distancia me aleja de mí mismo
me reduce a la sombra.

Tú estás, ligera y encendida,
como una antorcha ardiente
en la mitad del mundo.

No te alejes jamás:
Los hondos movimientos
de tu naturaleza son
mi sola ley.
Retenme.
Sé tú mi límite.
Y yo la imagen
de mí feliz, que tú me has dado.

15/11/09

Sólo




MANUEL ALTOLAGUIRRE

ΜΟΝΟ


Ξέρω μοναχά πως είμαι εντός μου
και ποτέ ποιος είμαι δε θα μάθω·
ούτε το δρόμο που απλώνεται εμπρός μου
ούτε ώς πότε θα βρίσκομαι εδώ κάτω.

Τη ζωή ή το θάνατο ντυμένος
ή γυμνός χωρίς θανή,
πάνω στα τείχη ακουμπισμένος
του κάστρου αυτού που ’ναι η ζωή

ή ελεύθερος στα σύνορα τριγύρω,
τα νεκρικά, των ουρανίων
σκίζοντας το βέλο μου το γκρίζο
αδαής των σκοπών μου των αγίων.

Αγνοώ ποιά φυλακή με περιμένει
και ποιά ελευθερία εγώ φοβάμαι.
Σε τί όνειρο ο ποταμός να ρέει
τον ύπνο τον αιώνιο σαν κοιμάμαι;

Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

********************

SOLO

Sólo sé que estoy en mí
y nunca sabré quién soy,
tampoco sé adónde voy
ni hasta cuándo estaré aquí.

Vestidο con vida o muerte
o desnudο sin morir,
en los muros de este fuerte
castillo de mi vivir

o libre por los confines
sepulcrales de los cielos,
desgarrando grises velos,
ignorante de mis fines,

no sé qué cárcel espera
ni la libertad que ansío,
ni a qué sueño dará el río
de mi vida cuando muera.

Amor




ANTONIO GAMONEDA

ΕΡΩΤΑΣ

Απλός είναι ο τρόπος μου αγάπη να σου δίνω:
σε αγκαλιάζω σφιχτά, επάνω μου σε σφίγγω,
ωσάν να υπήρχε στην καρδιά μου μια σταλιά δικαιοσύνη
και εγώ να μπορούσα με το σώμα να σ’ τη δώσω.

Σαν τα δάχτυλά μου βυθίζω στα μαλλιά σου,
τί όμορφες μορφές από εκεί που ξεπηδούνε.

Και δεν θέλω άλλο τίποτα. Το μόνο που θέλω,
μαζί σου τη γαλήνη να βρίσκω και γαλήνιος
να είμαι με μιαν άγνωστη οφειλή
που φορές-φορές το στήθος μου βαραίνει.

Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

****************************

AMOR

Mi manera de amarte es sencilla:
te aprieto a mí
como si hubiera un poco de justicia en mi corazón
y yo te la pudiese dar con el cuerpo.

Cuando revuelvo tus cabellos
algo hermoso se forma entre mis manos.

Y casi no sé más. Yo sólo aspiro
a estar contigo en paz y a estar en paz
con un deber desconocido
que a veces pesa también en mi corazón.

13/11/09

Tú y yo estamos condenados



REINALDO ARENAS


ΕΣΥ ΚΙ ΕΓΩ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΟΙ

Εσύ κι εγώ, εμείς, καταραμένοι
απ’ το θυμό ενός δίχως όψη κτήνους
να χορεύουμε στην τέφρα και μόνο για ’κείνους
ή στα οπίσθια τεράτων νά ’μαστε κρυμμένοι.

Εμείς οι δυο πάντα δεσμώτες
αυτής της άγνωστης κατάρας
μια ζωή να ζούμε της πεντάρας,
δίχως καπέλο, Δον Κιχώτες.

Δίχως χώρο μήτε χρόνο ταξιδιώτες
τη νυχτιά γύρω μας έχουμε αχανή -
στα πόδια μας μπερδεύεται, μας ρίχνει.

Σε παλάτια ελπίζουμε δίχως διώκτες
και ο ήλιος την εικόνα του μας δείχνει την αχνή
που φυλακή μας γίνεται και σβήνει όλα τα ίχνη.


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη.

*********************

TÚ Y YO ESTAMOS CONTENADOS

Tú y yo estamos condenados
por la ira de un sseñor que no da el rostro
a danzar sobre un paraje calcinado
o a escondernos en el culo de algún monstruo.

Tú y yo siempre prisioneros
de aquella maldición desconocida.
Sin vivir, luchando por la vida.
Sin cabeza, poniéndonos sombrero.

Vagabundos sin tiempo y sin espacio,
una noche incesante nos envuelve,
nos enreda los pies, nos entorpece.

Caminamos soñando un gran palacio
y el sol su imagen rota nos devuelve
transformada en prisión que nos guarece.

Ala y raíz


JOSÉ ÁNGEL BUESA


ΡΙΖΑ ΚΑΙ ΦΤΕΡΟ

Φτερό και ρίζα: αυτή η απεραντοσύνη·
κι εδώ, στην ακτή, με στολίδι την πέτρα,
η ζωή σαν φρούτο διανύει τα μέτρα
που το κλαδί το ψηλό πίσω του αφήνει.

Φτερό και ρίζα. Το φτερό χωρίς πυξίδα,
στη ρίζα πάει, με δίψα εαρινή,
κι ευθύς η αίσθηση η πρωινή
μια σκέπη βρίσκει στου ήλιου την αχτίδα.

Ξυπόλυτη να τρέχει η θάλασσα στην άμμο
και η καρδιά μου λες σε μένα ανήκει μόνο.
Η άγκυρα ακουμπά του βυθού το βάθος -

κι ο παφλασμός τραγούδι σε κυμάτων γάμο.
Μετά, άχρονος, μες στου κενού τον πόνο,
μισός φτερό και μισός ρίζα, μα όλος πάθος.


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη.

****************

ALA Y RAÍZ

Ala y raíz: la eternidad es eso.
Y aquí, de frente al mar, en la ribera,
la vida es como un fruto que cayera
de un alto gajo, por su propio peso.

Ala y raíz. Y el ala, sin regreso,
a la raíz, con sed de primavera:
que así el confín de la emoción viajera
duerme a la sombra del follaje espeso.

(El mar corre descalzo por la arena.
Mi corazón ya casi es sólo mío.
El ancla está aprendiendo a ser antena

y el latido unicorde se hace escala.
Después, libre del tiempo, en el vacío,
Así: ¡mitad raíz y mitad ala!)

Nunca más





Manuel Altolaguirre


Ποτέ πια

Οι απουσίες,
τα  μεγάλα κενά,
το απέραντο τίποτα ζωγραφισμένο
από αναμνήσεις επίμονες,
τα πάντα είναι εδώ
ωσάν τις στάχτες μιας πυρκαγιάς μεγάλης.
Κι εγώ, αμφιβάλλω για τη ζωή μου,
τρέμω μη γίνω στάχτη
μέσα στις τόσες δυστυχίες
που ούτε καν υπάρχουν.
Η μοναξιά μου,
σε αυτό το φως του τρόμου,
ένα νέο φάντασμα είναι,
δίχως ύλη·
μια απλή περίφραξη είναι,
δίχως το παραμικρό συρματόπλεγμα
ή καλούπι·
Τα πάντα ένα γκρίζο.
Τίποτα δεν υπάρχει.
Τα μίζερα απομεινάρια
μιας μνήμης θλιβερής
που χάνεται
στέκονται μπροστά στη ζωή μου δίχως μέλλον.
Λέει μια φωνή απόμακρη
που σβήνει το πανόραμα
με την ομίχλη της:
"Ποτέ πια. Ποτέ πια."


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη




***********




NUNCA MÁS

Las ausencias,
los grandes huecos,
el enorme vacío dibujado
por los recuerdos insistentes,
todo está aquí
como cenizas de un gran fuego.
Y dudo de mi vida,
temo ser un rescoldo,
entre tantas miserias
que ni siquiera existen.
Mi soledad,
en esta luz de espanto,
es un nuevo fantasma
sin materia;
es un simple contorno
sin un mínimo alambre
o esqueleto.
Todo es gris.
Nada existe.
Las míseras ruinas
de una triste memoria
que se pierde,
están ante mi vida sin futuro.
Dice una voz remota
que borra el panorama
con su niebla:
"Nunca más. Nunca más."



9/11/09

Casida de la rosa




FEDERICO GARCIA LORCA

ΚΑΣΙΝΤΑ ΤΟΥ ΡΟΔΟΥ

Το ρόδο
δεν αναζητούσε την αυγή·
αιώνιο, σαν να ήταν, στο κλαδί του επάνω,
κάτι άλλο αναζητούσε.

Το ρόδο
δεν αναζητούσε ούτε σιγουριά μα ούτε και ίσκιους·
σύνορο σάρκας και ονείρου,
κάτι άλλο αναζητούσε.

Το ρόδο
δεν αναζητούσε ρόδο.
Ακίνητο στον ουρανό,
κάτι άλλο αναζητούσε.


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη


****************


CASIDA DE LA ROSA

La rosa
no buscaba la aurora:
casi eterna en su ramo,
buscaba otra cosa.

La rosa
no buscaba ni ciencia ni sombra:
confín de carne y sueño,
buscaba otra cosa.

La rosa
no buscaba la rosa.
Inmóvil por el cielo,
buscaba otra cosa.

Dolor oscuro




MANUEL ALTOLAGUIRRE

Ο ΣΚΟΤΕΙΝΟΣ ΠΟΝΟΣ

Τας θύρας! Τας θύρας!
Εναγωνίως από την καρδιά
του σκότους μου
το δαιμόνιο το καταπιεσμένο για να ξεπροβάλλει·
η παρουσία του
τις μουσικές να παύσει και τα δείπνα,
τα αρώματα και τις ματιές·
και η σιωπή του τη σάλα να μεγαλώσει
την απέραντη.

Τας θύρας! Τας θύρας!
Αυτός ο πόνος
άγνωστος για να μείνει και ασάλευτος·
τις αισθήσεις μου να σβήσει
και όλα νύχτα να γενούν:
η σάρκα μου, ο αέρας, τα πάντα.
Ο σκοτεινός ο πόνος μου
σύνορα πια να μη γνωρίζει
και για μένα να μη μένουν
ούτε φώτα ούτε προσευχές.


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη.

***********************


DOLOR OSCURO

¡Cerrad todas las puertas!
Que angustioso del centro
de mi tiniebla brote
el fantasma apretado;
que su presencia ahuyente
las músicas, los roces,
los perfumes, las vistas;
que su silencio agrande
la sala inmensamente.

¡Cerrad todas las puertas!
Que este dolor se encuentre
desconocido, inmóvil;
que apague mis sentidos
y todo se haga noche:
mi carne, el aire, todo.
Que mi dolor oscuro
no pueda tener límites.
Que para mí no queden
ni luces ni alegrías.

Mariposa


Foto de Alex Maldonado


MANUEL ALTOLAGUIRRE

ΠΕΤΑΛΟΥΔΑ


Στη λαύρα ή στο ρόδο μέσα
τη ζωή σου σπαταλάς.
Το φως ψάχνεις,
μα γίνεσαι σκόνη.
Το άρωμα αποζητάς,
μα το αγκάθι σε πληγώνει.

Άνοιξε τα φτερά σου,
τις πληγές σου να διαβάσω.


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

*************


MARIPOSA

En el fuego o en la rosa
estás perdiendo la vida.
Buscas la luz
y te vuelves ceniza.
Vas por aroma
y te hiere la espina.

Abre tus alas,
que quiero leer tus heridas.

La ventana





MANUEL ALTOLAGUIRRE


ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ


Το παράθυρο χωρίζει
τον κόσμο των τρένων,
των μεγάλων βαποριών,
των πεζών,
από τη γαλήνια τη σφαίρα
μιας ψυχής μόνης.

Τι χαρά που δίνει η όψη τους:
τριανταφυλλόβεργες και πωλητές.

Στο θορυβώδες τοπίο
της ζωής και της κίνησης στους δρόμους
η λύπη μου ξεμυτίζει.

Η συνειδητή μοναξιά μου
τις ομορφιές κοιτάζει,
τις ανούσιες, του κόσμου.

Το ωραίο και ο πόνος
είναι των ψυχών
μόνων που είναι.


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη.

****************


LA VENTANA

La ventana separa
el mundo de los trenes,
de los grandes vapores,
de los hombres a pie,
del mundo quieto
de un alma sola.

¡Qué alegría
ver los rosales y los vendedores!

Al ruidoso paisaje
de tráfico y de vida
mi stristeza se asoma.

Mi soledad consciente
mira las hermosuras
inútiles del mundo.

Lo bello y el dolor
es de las almas solas.

Balada del loco amor



JOSÉ ÁNGEL BUESA

ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΕΝΟΣ ΤΡΕΛΟΥ ΕΡΩΤΑ


Ι

Τίποτα δεν φτάνει αργά· τα πράγματα στον κόσμο όλα
έχουν κι αυτά την ώρα τους, σαν τη λευκή γλαδιόλα.
Μόνο που αλλιώτικα από τ’ άλλα όλα, φρούτα και άνθη,
ο έρως δεν χρειάζεται σωστή στιγμή για νά ’ρθει.
Ο έρωτας δεν φτάνει αργά, όχι· τις καρδιές αν θα ρωτήσεις,
θα σου το πουν: στον έρωτα δεν έχουμε καθυστερήσεις.
Ο έρωτας την πόρτα σου σαν έρθει να χτυπήσει
θα την χτυπά από μέσα σου, γιατί έχεις ήδη ανοίξει.
Δυό ξέρω μόνο έρωτες: τον ντροπαλό, τον θαρραλέο·
κανείς δεν φτάνει αργά – κι αν θες σ’ το ξαναλέω.


ΙΙ

Ο έρωτας, γλυκό παιδί, μα με διαβόλου γέλιο,
αργά ή γρήγορα θα ρθεί, το γράφει το ευαγγέλιο.
Αλί σ’ αυτόν που ο έρωτας στο μάτι του θα βάλει
και με τα βέλη τα αιχμηρά ποθεί να παίξει πάλι.
Απλώς, λοιπόν, για τη χαρά και του μικρού την αταξία,
πέφτει κανείς του θανατά κι ελπίζει αθανασία.
Μα από όλα τους χειρότερο, η μόλυνση στο τραύμα
και τότε η μόνη λύση φαίνεται να είναι κάνα θαύμα.
Ο άντρας μες στον πόθο του καίγεται και στο πάθος·
μα αν πει πως φτάνει ο έρωτας αργά, μεγάλο κάνει λάθος.


ΙΙΙ

Ποιο βράδυ θέρους έγινε, ποτέ δεν θα προδώσω
που του χεριού σου μ’ άφησες τον πυρετό να νιώσω.
Δεν θα το μάθει άνθρωπος, εσύ το ξέρεις μόνο
πως άναψε στο αίμα μου το όνειρό μας πόνο.
Όχι, κουβέντα δεν θα πω απ’ αυτά, λιγότερα ακόμα…
των δυο ματιών σου πόσο εγώ ζητώ να δω το χρώμα.
Κανείς αυτό που εγώ μες στη ματιά σου είδα δεν θα μάθει·
χρυσό ήτανε κλειδί για της δικής σου της καρδιάς τα βάθη.
Έτσι έγινε· δεν ήταν ’κείνη εποχή για φρούτα και άνθη,
πλην ούτε τότε ο έρως άργησε στο πλάι μας για νά ’ρθει.


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη


**************

BALADA DEL LOCO AMOR

I

No, nada llega tarde, porque todas las cosas
tienen su tiempo justo, como el trigo y las rosas;
sólo que, a diferencia de la espiga y la flor,
cualquier tiempo es el tiempo de que llegue el amor.
No, Amor no llega tarde. Tu corazón y el mío
saben secretamente que no hay amor tardío.
Amor, a cualquier hora, cuando toca a una puerta,
la toca desde adentro, porque ya estaba abierta.
Y hay un amor valiente y hay un amor cobarde,
pero, de cualquier modo, ninguno llega tarde.


II

Amor, el niño loco de la loca sonrisa,
viene con pasos lentos igual que viene a prisa;
pero nadie está a salvo, nadie, si el niño loco
lanza al azar su flecha, por divertirse un poco.
Así ocurre que un niño travieso se divierte,
y un hombre, un hombre triste, queda herido de muerte.
Y más, cuando la flecha se le encona en la herida,
porque lleva el veneno de una ilusión prohibida.
Y el hombre arde en su llama de pasión, y arde, y arde
Y ni siquiera entonces el amor llega tarde.


III

No, yo no diré nunca qué noche de verano
me estremeció la fiebre de tu mano en mi mano.
No diré que esa noche que sólo a ti te digo
se me encendió en la sangre lo que soñé contigo.
No, no diré esas cosas, y, todavía menos,
la delicia culpable de contemplar tus senos.
Y no diré tampoco lo que vi en tu mirada,
que era como la llave de una puerta cerrada.
Nada más. No era el tiempo de la espiga y la flor,
y ni siquiera entonces llegó tarde el amor.

8/11/09

Il fagotto




Ορέστης Αλεξάκης

Το φαγκότο


Ανοίγω τη μικρή γυάλινη θύρα
του σκοτεινού παλαιοπωλείου, χτυπάει
παλιοκαιρνό κουδούνι μα κανένας
δεν έρχεται ..Τριγύρω βασιλεύει
τέφρα σιωπής κι ακινησία θανάτου
Ποιος είναι εδώ; Ρωτώ και το κουδούνι
ξαναχτυπά καθώς η θύρα κλείνει
Νιώθω πως είμαι πια παγιδευμένος
σ’ ένα ψυχρό νεκροταφείο πραγμάτων
Μισοσβημένες προσωπογραφίες
παμπάλαια βάζα και μουγγά ρολόγια
ζώα και πετεινά ταριχευμένα
που με κοιτούν με το νεκρό τους βλέμμα
Χαμογελά χορεύτρια πορσελάνης
Μου γνέφει φιλικά μακάριος βούδας
Κάτι σα χνούδι νιώθω να μ’ αγγίζει
Ποιος είν’ εδώ; Ξαναρωτώ
και τότε
φέγγος θαμπό το χώρο πλημμυρίζει
Ξανθό κορίτσι βγάζει το κεφάλι
πίσω από τη ροτόντα και μου λέει
Σιγά .. μη σας ακούσει και σωπάσει
Παίζει φαγκότο πάλι .. τον ακούτε;
Παίζει φαγκότο
Κάτω
Στα θεμέλια

***********************

Il fagotto (για τον F.G.)

Abro la puerta de vidrio pequeña
del anticuario oscuro, suena
gastada la campanilla, pero nadie
aparece. Alrededor domina
la ceniza del silencio, la inmovilidad de la muerte
Está? Pregunto y la campanilla
suena otra vez por la puerta cerrándose.
Me siento ya atrapado
en una necrópolis frígida de cosas
Retratos que apenas se descifran
floreros antiguos y relojes mudos
animales y pájaros enbalsamados
que me guardan con su mirada fallecida
Sonriente danzadora de porcelana
Amistosamente me hace señas el buda gozoso
Algo como un vello siento que me toque
Está? Pregunto de nuevo
y entonces
una luz opaca rellena el cuarto
Una niña rubia su cabeza introduce
detrás de la bóveda y me dice
Más bajo, que no le escuche y se calle
Toca su fagot otra vez, no lo escucha?
Toca su fagot
Ahí bajo
En el fundamento

Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

Jacinto Chiclana


JORGE LUIS BORGES

ΧΑΘΙΝΤΟ ΤΣΙΚΛΑΝΑ


Θυμάμαι, ήταν στην Μπαλβανέρα,
μια νύχτα ψυχρή, πλάνα,
που κάποιος να πέσει άφησε
κάποιον Χαθίντο Τσικλάνα.
Κάποιοι μιλούν ψιθυριστά
για μια γωνιά κι ένα μαχαίρι,
μα με τα χρόνια μόνο φαίνεται
η λάμψη απ’ ένα χέρι.

Ποιος ξέρει νά βρει το γιατί
που τ’ όνομα εκείνου ψάχνω.
Ας ήξερα πώς ήτανε
και τίνος ήταν σπλάχνο.
Ψηλό εμπρός μου τον θωρώ,
έντιμο και μετρημένο,
ατρόμητο πάντα στη ζωή
και ποτέ του νικημένο.

Όπως αυτός άλλος κανείς
τη γη τόσο γερά πατούσε.
Σε πόλεμο και σ’ έρωτα
κανείς όπως αυτός νικούσε.
Πάνω στις πλάκες μιας αυλής,
στις πύλες της Μπαλβανέρα,
ο χάρος πρόσμενε θρασύς
τη νύχτα κι όχι μέρα.

Μόνο ο Θεός να πει μπορεί
τη φύση την πιστή αυτού του άντρα,
γι’ αυτό κι εγώ δεν τραγουδώ
παρά για τη χρυσή αυτή χάντρα.
Το θάρρος πάντα βοηθά
μα και η ελπίδα η πλάνα,
μόνο που χάθηκαν τα δυό
για το σοφό Τσικλάνα.


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη.

**************


JACINTO CHICLANA

Me acuerdo, fue en balvanera,
En una noche lejana,
Que alguien dejó caer el nombre
De un tal Jjacinto Chiclana.
Algo se dijo también
De una esquina y un cuchillo.
Los años no dejan ver
El entrevero y el brillo.

¡quién sabe por qué razón
Me anda buscando ese nombre!
Me gustaría saber
Cómo habrá sido aquel hombre.
Alto lo veo y cabal,
Con el alma comedida;
Capaz de no alzar la voz
Y de jugarse la vida.

Nadie con paso más firme
Habrá pisado la tierra.
Nadie habrá habido como él
En el amor y en la guerra.
Sobre la huerta y el patio
Las torres de balvanera
Y aquella muerte casual
En una esquina cualquiera.

Sólo dios puede saber
La laya fiel de aquel hombre.
Señores, yo estoy cantando
Lo que se cifra en el nombre.
Siempre el coraje es mejor.
La esperanza nunca es vana.
Vaya, pues, esta milonga
Para Jacinto Chiclana.

Trennung


ERICH FRIED


ΧΩΡΙΣΜΟΣ


Η πρώτη μέρα ήταν εύκολη
Η δεύτερη μέρα ήταν πιο δύσκολη
Η τρίτη μέρα από τη δεύτερη πιο δύσκολη ακόμα

Κι από μέρα σε μέρα όλο και πιο δύσκολο:
Η έβδομη μέρα τόσο αβάσταχτη ήταν
Που αδύνατο φαινόταν να την υπομείνω

Μετά κι από αυτήν την έβδομη μέρα
Τα περασμένα
Αναπολώ


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη.

***************************

TRENNUNG

Der erste Tag war leicht
der zweite Tag war schwerer
Der dritte Tag war schwerer als der zweite

Von Tag zu Tag schwerer:
Der siebente Tag war so schwer
daß es schien er sei nicht zu ertragen

Nach diesem siebenten Tag
sehne ich mich
schon zurück

In der Ferne


ERICH FRIED


ΑΠΟ ΜΑΚΡΥΑ


Από κοντά
ίσως δε γράφει κανείς ποιήματα
Απλώς απλώνει το χέρι
ψάχνει
χαϊδεύει
ακούει με προσοχή
και στα νάζια παραδίνεται

Όμως το απερίγραπτο
την ολοένα-μεγεθυνόμενη αγάπη
για την οποία γράφω
αυτό το ζει κανείς
και νύχτα και μέρα
ε π ί σ η ς από κοντά


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη.

********************


IN DER FERNE

In der Nähe
schreibt man vielleicht nicht Gedichte
Man streckt die Hand aus
sucht
streichelt
man hört zu
und man schmiegt sich an

Aber das unbeschreiblich
Immergrößerwerden der Liebe
von dem ich schreibe
das erlebt man
bei Tag und bei Nacht
auch in der Nähe

7/11/09

Mis prisiones


MANUEL ALTOLAGUIRRE (1905-1959)


ΤΑ ΔΕΣΜΑ ΜΟΥ

Να νιώθεις μόνος εν μέσω της ζωής
βασιλιά σχεδόν σε κάνει· μα να νιώθεις μόνος
εν μέσω της λήθης, στη σκοτεινή
επικράτεια μιας καρδιάς, κατάδικο σε κάνει,
χωρίς πετούμενο στον ουρανό κανένα
μαντάτα του χαράματος να φέρνει.

Νά ’σαι πάλι κατάδικος σε καρδιές πολλές και διάφορες
χωρίς συνείδηση να έχεις ποιά απ’ όλες
φυλακή πραγματική της ψυχής σου είναι,
μα το κέντρο δυνάμεων αντίρροπων να μοιάζεις,
αν δε σημαίνει θάνατο,
το θάνατο σημαίνει να ζηλεύεις.



MIS PRISIONES

Sentirse solo en medio de la vida
casi es reinar, pero sentirse solo
en medio del olvido, en el oscuro
campo de un corazòn, es estar preso,
sin que siquiera una avecilla trine
para darme noticias de la aurora.

Y el estar preso en varios corazones,
sin alcanzar conciencia de cuál sea
la verdadera cárcel de mi alma,
ser el centro de opuestas voluntades,
si no es morir, es envidiar la muerte.


*************


Η ΣΚΟΝΗ

Μακρινοί καθώς είμαστε,
αισθανόμαστε τόσοι δα.
Τον εαυτό σου πλησίασε,
Μέσα σου πορεύσου.
Κι όταν πια μέσα σου φτάσεις,
στα δάχτυλά σου ανάμεσα
μια λεπτή σκόνη θα τρέχει
από όνειρα και αλήθειες.



EL POLVO

Porque estamos distantes,
nos sentimos pequeños.
Camina hacia ti, hombre,
camina más adentro.
Cuando te des alcance,
tendrás entre tus dedos
una leve arenilla
de verdades y sueños.


*************


ΨΥΧΗ ΤΕ ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΙ

Απόμερα βλέπει το σώμα μου
την ψυχή μου γυμνή πα’ στην άμμο·
τον ήλιο ρουφάει του θανάτου
και ποτάμια καημών δίχως άλλο.

Στο βράχο επάνω το σώμα μου.
Η ψυχή μου γυμνή πα’ στην άμμο.
Τόσος πάγος μέσα της χώρεσε
που την καίει του θάνατου ο σάλος.



CUERPO Y ALMA


De lejos mi cuerpo mira
su alma desnuda en la arena.
Recibe el sol de la muerte
junto a un río de tristeza.

Sobre una roca, mi cuerpo.
Mi alma, desnuda, en la arena.
Tan helada tengo el alma
que con la muerte se quema.


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη.

Mirar el mar




NÉSTOR MORRIS

MIRAR EL MAR


Dichosos quienes pueden
sentarse frente al mar
bajo la luna
a contemplar el brillo
que mece entre las olas
su misterio

y dejar que los sueños
se hagan ola también
y viajen al confín de los recuerdos
para abrazar aquello
que pretendió brotar
sobre un desierto.


ΑΓΝΑΝΤΕΥΟΝΤΑΣ ΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

Ευτυχείς όσοι μπορούν
στη θάλασσα αντικριστά να κάθονται
κάτω από το φεγγάρι
για να χαίρονται την όψη του ασημιού
που ταλαντεύει στα κύματα ανάμεσα
τη μυσταγωγία του

και να αφήνουν τα όνειρα
κύμα κι αυτά να γίνονται
να ταξιδεύουν ώς τα πέρατα των αναμνήσεων
και να αγκαλιάζουν εκείνο
που να ξεπηδήσει προσπάθησε
σε μιαν έρημο απάνω.


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

Te imagino


NÉSTOR MORRIS

TE IMAGINO

Te imagino bordeando
la diadema de espumas
con los ojos posados
en un punto sin nombre
mientras murmura el mar
las voces que conoces
y el alma se te inflama
de sales y nostalgias.

Te imagino tejiendo
un tapiz con tus sueños
para cubrir las horas
que supieron dañarte
y al mismo tiempo andar
librando una sonrisa
para que las gaviotas
la lleven donde saben.


ΠΛΑΘΟΝΤΑΣ ΣΕ ΣΤΟ ΝΟΥ ΜΟΥ

Σε φαντάζομαι να ακροπατείς
το διάδημα από αφρούς
με τα μάτια γερμένα
σε ένα σημείο δίχως όνομα
καθώς η θάλασσα μουρμουρίζει
τις γνώριμες φωνές
και η ψυχή σου αναφλέγεται
από αλάτια και νοσταλγίες.

Να υφαίνεις σε φαντάζομαι
με τα όνειρά σου υφαντό,
για να γεμίσεις τις ώρες
που κατάφεραν να σε πληγώσουν
και ταυτόχρονα να βαδίζεις
σκορπώντας χαμόγελα
κι οι γλάροι να τα πηγαίνουν
όπου εκείνοι ξέρουν.

Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

6/11/09

Der Weg zu dir


ERICH FRIED

DER WEG ZU DIR

Die Kilometer
haben Beine bekommen
die sieben Meilen
haben Stiefel bekommen
Die Stiefel laufen alle
davon zu dir

Ich will ihnen nachlaufen
da stützt mein Herz sich auf meinen
geschnitzten Stock
und hüpft
und hüpft außer Atem
den ganzen Weg bis zu dir hin

Nach jedem Sprung
fällt es auf Wirklichkeit
(so bin ich immer wieder
fast hingefallen
in deinem Garten
auf den Stufen zu dir hinauf)

Jedes Mal wenn es fällt
schlägt es auf
wie mein Stock auf die Stufen
Hörst Du ihn klopfen?
Hörst Du mein Herz klopfen
lauter als mein Stock?


Ο ΔΡΟΜΟΣ ΠΡΟΣ ΕΣΕΝΑ

Τα χιλιόμετρα
απέκτησαν πόδια
τα εφτά μίλια
μπότες φόρεσαν
Οι μπότες όλες τρέχουν
προς εσένα

Θέλω ξωπίσω τους να τρέξω
μα να που η καρδιά μου σκοντάφτει
πάνω στο σκαλιστό μου μπαστούνι
και χοροπηδά
και χοροπηδά ξέπνοη
σ’ όλο το δρόμο ώσπου να σε φτάσει

Μετά από κάθε σάλτο
στην πραγματικότητα πέφτει απάνω
(έτσι κι εγώ κάθε τόσο
έπεφτα σχεδόν
στον κήπο σου
στην προσπάθεια τα σκαλιά σου ν’ ανέβω)

Κάθε φορά που πέφτει
χτύπο αναδίνει
όμοιο με αυτόν του μπαστουνιού πάνω στη σκάλα
Ακούς το χτύπο του;
Ακούς την καρδιά μου που χτυπάει
δυνατότερα κι από αυτό ακόμα το μπαστούνι;



Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη.

Sueño


JOSÉ ÁNGEL BUESA


SUEÑO


Soñar es ver la vida de otro modo,
y es olvidar un poco lo que realmente es,
un sueño es casi nada y más que todo,
más que todo al soñarlo... casi nada después.

Por eso yo no sé si mi sueño es sólo un sueño,
yo no sé si algún día lo tocará mi mano
y yo no sé, ni me importa, si es grande o si es pequeño
pero mi sueño es sueño porque lo siento en vano.


*****************************


ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ


Να κάνεις όνειρα θα πει, αλλιώς να θες να ζήσεις,
ξεχνώντας γύρω σου το παν, μα όχι από συνήθεια.
Τα πάντα και το τίποτα: του ονείρου συναρτήσεις·
τα πάντα μες στο όνειρο, μα τίποτα η αλήθεια.

Το όνειρό μου άραγε μόνο όνειρο σημαίνει;
Μεγάλο αν είναι ή μικρό, δεν έχει σημασία.
Αν θα το φτάσω μοναχά το ξέρει η Ειμαρμένη,
μα το όνειρο είν’ όνειρο χωρίς καμιάν ουσία.


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

Η όπερα της πεντάρας - Δημοσίευση στο περιοδικό "Φουαγιέ" (6/2009)






Η «Όπερα της πεντάρας»
ξανά στο θέατρο του Μπρεχτ




Σχεδόν είκοσι χρόνια μετά την τελευταία παρουσίασή της, η «Όπερα της πεντάρας» ανεβαίνει και πάλι στο Berliner Ensemble με σκηνοθεσία που θυμίζει φαντασμαγορικό μιούζικαλ. Φώτα, παντομίμα και λευκά πρόσωπα γίνονται παιχνίδι στα χέρια του σκηνογράφου και σκηνοθέτη της παράστασης Ρόμπερτ Γουίλσον, ο οποίος κάνει θέατρο στις προδιαγραφές του Μπρεχτ: επικό.

Η αυλαία ανοίγει και υπό τους ήχους του „Moritat“ εμφανίζονται στη σκηνή φωτεινοί κύκλοι που εναλλάσσονται, σβήνουν, ενώ το φως παράγεται
κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να δίνεται η εντύπωση ότι κυλούν. Πρόκειται για διακειμενικό στοιχείο μέσω έμμεσης αναφοράς στον «Κύκλο με την κιμωλία», για στοιχείο δανεισμένο απ’ το σχήμα της πεντάρας ή μήπως για εφέ που σε συνδυασμό με τη μουσική απλά θέλει να παραπλανήσει κατά κάποιο τρόπο το κοινό, δίνοντάς του την εντύπωση ότι βρίσκεται σε άλλου είδους θέαμα; Ό, τι και να ισχύει από τα παραπάνω, ο θεατής ενθουσιάζεται βλέποντας σε αυτό το σκηνικό να παρελαύνουν στη συνέχεια τα πρόσωπα του έργου, με τον πρωταγωνιστή να δίνει το ρυθμό, άλλοτε κατά πρόσωπο με το κοινό κι άλλοτε με την πλάτη. Με το τέλος του τραγουδιού και τη φράση της υποχθόνιας Τζένη «Αυτός είναι ο Μάκυ Μέσερ», ξέρει πια κι ο θεατής τι έχει να περιμένει από την παράσταση.



Μια «Όπερα της πεντάρας» αλλιώτικη απ’ τις άλλες



Ούτε επαίτες με κουρέλια επί σκηνής, ούτε ύπουλοι ληστές με κουκούλες –ή χωρίς-, ούτε πόρνες με φτηνιάρικη συμπεριφορά κι ενδυμασία. Κουστούμια, δεξιοτέχνες άρπαγες και κουρασμένα πρόσωπα αντ’ αυτών.
Ο πρωταγωνιστής κι αρχηγός της συμμορίας, Μακχίθ (στην πιάτσα γνωστός ως Μάκυ Μέσερ), το ρόλο του οποίου υποδύεται ο γνωστός και καταξιωμένος Γερμανός ηθοποιός Στέφαν Κουρτ, εμφανίζεται με ξανθή κυματιστή κώμη, βαμμένο το πρόσωπο λευκό, βαμμένα μάτια με μεγάλα φρύδια και ψεύτικες βλεφαρίδες. Κάτω από το γυαλιστερό μαύρο κουστούμι είναι εμφανής ο προκλητικός μαύρος κορσές που τονίζει την απουσία του γυναικείου στήθους κι όταν πια ο πρωταγωνιστής φοράει για λίγο τον κύλινδρο του φίλου του, βλέπει κανείς ίδια τη Μαρλέν Ντίτριχ επί σκηνής.
Εξίσου εκκεντρική είναι και η εμφάνιση των υπόλοιπων προσώπων. Ο ρόλος τους στο έργο και ο χαρακτήρας τους δεν αποτυπώνεται στο είδος των ρούχων που φορούν, αφού όλοι είναι ντυμένοι στα μαύρα, οι άντρες με μαύρο κουστούμι και οι γυναίκες με μαύρα φορέματα. Πολύ περισσότερο, τα χαρακτηριστικά κάθε προσωπικότητας διαφαίνονται μέσω λεπτομερειών και ποικίλων διαφοροποιητικών στοιχείων. Ο κύριος Πίτσουμ (Γιούργκεν Χολτς) έχοντας καλυμμένο το κεφάλι με ένα απλό μαύρο
καπελάκι και με μια λευκή πλάκα στο χέρι
θυμίζει αποτύπωση του στερεοτυπικού Εβραίου. Η κυρία Πίτσουμ (Τράουτε Χοες) με αυστηρή έκφραση, με ρούχα στενά στη μέση και ατελείωτου φάρδους στους γοφούς, καθώς και με την «αυστηρή» κόμμωσή της, θυμίζει κακιά μάγισσα βγαλμένη απ’ τα παραμύθια. Η Πόλυ Πίτσουμ (Κριστίνα Ντρέχσλερ), λεπτεπίλεπτη, σχεδόν εύθραυστη, με τα ροδαλά μάγουλα (η μόνη με ρουζ) και την παιδική, τσιριχτή φωνή είναι η προσωποποίηση της αφέλειας, ενώ τέλος η Τζένη (Άγκελα Βίνκλερ), με τα κατακόκκινα μαλλιά και τα πονηρά φρύδια είναι η πρωταγωνίστρια ενός κόσμου πονηρού, υποχθόνιου και πρόστυχου.



Λευκά πρόσωπα




Τα λευκά βαμμένα πρόσωπα είναι χαρακτηριστικό στοιχείο της παράστασης. Τα λευκά αυτά πρόσωπα είναι ο ακατέργαστος καμβάς, πάνω στον οποίο φιλοτεχνούνται και δημιουργούνται εκ του μηδενός οι χαρακτήρες. Βλέποντας τα πρόσωπά αυτά, το κοινό αισθάνεται πως παρακολουθεί όπερα στο Πεκίνο. Σύντομα, όμως, ο συνδυασμός του χρώματος αυτού στο πρόσωπο με τις κινήσεις των ηθοποιών θυμίζει έντονα παντομίμα. Έτσι ανοίγονται εικονικά συρτάρια ταμειακών μηχανών, ανοίγουν πύλες φυλακών με το πάτημα αόρατων κουμπιών, ενώ συχνά σύρεται στο βάθος της σκηνής από τους ηθοποιούς μια εξίσου αόρατη κουρτίνα. Αυτό το τελευταίο ειδικά στοιχείο, η αόρατη κουρτίνα, είναι ένα καλώς επιμελημένο παιχνίδι του σκηνογράφου με τον έμπειρο θεατή του θεάτρου του Μπρεχτ, καθώς ο τελευταίος είχε εισαγάγει αυτό το στοιχείο στην πρεμιέρα του έργου, προκειμένου να τονίσει την εντύπωση της ψευδαίσθησης για τα δρώμενα. Παράλληλα, τα εξίσου έντονα βαμμένα χείλη και το έντονο χρώμα των μαλλιών σε ορισμένες περιπτώσεις συνιστούν συνολικά κωμικό, σατιρικό στοιχείο, θυμίζοντας τους κλόουν σε τσίρκο. Πρόκειται για έναν επιτυχημένο κι εύπεπτο τρόπο απόδοσης του κυνικού και σατιρικού χαρακτήρα του έργου.





Φως, πολύ φως!



Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ο Ρόμπερτ Γουίλσον μεταφέρει επί σκηνής την ευαισθησία του και τον τρόπο αντίληψης που έχει για το φως, το χώρο και την κίνηση και τα ενσωματώνει ακόμα και σε κλασικές θεατρικές παραστάσεις και σε παραστάσεις όπερας. Το ίδιο ισχύει και με την όπερα της πεντάρας, όπου καταφέρνει να αποτυπώσει το σκοτεινό κόσμο των επικίνδυνων και περιθωριακών γειτονιών του Λονδίνου, τον κόσμο των σκιών, χρησιμοποιώντας ως ύλη ακριβώς το αντίθετο: φως.
Από φωτεινές μπάρες απαρτίζονται τα παραβάν για τις ανάγκες της πρώτης σκηνής της πρώτης πράξης, παραβάν που η κυρία Πίτσουμ συνεχώς μετακινεί. Εξίσου φωτεινές είναι και οι μπάρες που σχηματίζουν τους τοίχους του υποτιθέμενου στάβλου, όπου ο Μακχίθ γιορτάζει τους γάμους του με την Πόλυ, κόρη των Πίτσουμ, στη δεύτερη σκηνή της πρώτης πράξης. Ο Γουίλσον όμως δε σταματά εδώ. Φωτεινές βέργες είναι και αυτές που συμβολίζουν τις σιδερένιες βέργες πίσω από τις οποίες βρίσκεται ο Μακχίθ στο κελί της φυλακής στην έκτη σκηνή. Ο φωτισμός είναι επίσης αυτός που κάνει τη νύφη Πόλυ να φαίνεται αιωρούμενο φάντασμα. Αυτό το συνεχές παιχνίδι μαύρου-άσπρου, σκοταδιού-φωτός είναι έντονο καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης και καταλήγει στο παιχνίδι του καλού με το κακό.




Αναφορές στην πρεμιέρα του 1928



Παρόλο που η σύλληψη της σκηνοθεσίας είναι πρωτότυπη και ξεφεύγει απ’ τα όρια του κλασικού και ξεπερασμένου, υπάρχουν στοιχεία που συνιστούν άμεσες αναφορές στη θρυλική, όσο και χαοτική πρεμιέρα της παράστασης της 31 Αυγούστου 1928 στο θέατρο του Μπρεχτ, το Berliner Ensemble.
Το πιο χαρακτηριστικό όλων είναι η οκταμελής ορχήστρα, η οποία υπό τη διεύθυνση των Χανς Μπράντενμπουργκ και Στέφαν Ράγκερ αναζωογονεί και ταυτόχρονα εξυψώνει ποιοτικά την αξέχαστη μουσική του Κουρτ Βάιλ. Σε κάποια στιγμή μάλιστα επιστρατεύεται και υπερτερεί όλων των μουσικών οργάνων μια χαβανέζική κιθάρα. Άξια λόγου είναι και η αναπαραγωγή ενός παλιού δίσκου, παράλληλα με το „Moritat”, με αποτέλεσμα να δημιουργείται η εντύπωση ότι ακούγονται οι δίσκοι με τις ιστορικές εγγραφές με τον ίδιο τον Μπρεχτ να τραγουδά.
Εμφανής, αν και αόρατη, είναι και η κουρτίνα στο βάθος της σκηνής για την οποία έγινε λόγος παραπάνω. Υπάρχουν ωστόσο κι άλλα στοιχεία που θυμίζουν την πρεμιέρα, όπως για παράδειγμα το στήσιμο της αγχόνης όπου οδηγείται ο Μακχίθ προς το τέλος της παράστασης. Ακόμα και το ίδιο το σκοινί μοιάζει να είναι αυτό της πρεμιέρας.



Οι ηθοποιοί


Από μια τέτοια παράσταση δε θα μπορούσαν να λείπουν κορυφαίοι ηθοποιοί. Η επιλογή μοιάζει ιδανική και καθένας βρίσκεται στη σωστή θέση.
Ο πρωταγωνιστής, Στέφαν Κουρτ, έχοντας συνεργαστεί αρκετές φορές στο παρελθόν με το συγκεκριμένο σκηνοθέτη, είναι εξοικειωμένος με το ύφος και τις απαιτήσεις του Γουίλσον. Ο ρόλος του αυτάρεσκου και γοητευτικού βασιλιά του υπόκοσμου, Μακχίθ, φαίνεται κομμένος και ραμμένος στα μέτρα του. Αν και ντυμένο με κουστούμι, το κοινό έχει μπροστά του έναν αληθινό αναρχικό, έναν ευγενή μαφιόζο, έναν Νονό.
Στο ρόλο της υποχθόνιας Τζένη, γοητεύει το κοινό η Άγκελα Βίνκλερ. Κάτασπρη στο πρόσωπο, με κόκκινα μαλλιά, μπερδεμένη, αφήνει πίσω της τη συμβατική πόρνη και τον κόσμο της. Με το σόλο της μετά τη δεύτερη φορά που καταδίδει τον πρώην εραστή της, Μάκυ Μέσερ, στην αστυνομία, κλέβει την παράσταση και γίνεται για τα λίγα αυτά λεπτά η πρωταγωνίστρια του δράματος. Με την απαλή και τρεμουλιαστή της φωνή κατορθώνει να εκφράσει την ανάμεσα σε έρωτα και μίσος διχασμένη ψυχή της και μεταφέρει το κοινό σε έναν κόσμο ονειρικό σαν σε γυάλα, εξασφαλίζοντας μια απ’ τις ομορφότερες στιγμές της βραδιάς.
Ξεχωριστή περίπτωση αποτελεί ο Γιούργκεν Χολτς στο ρόλο του κυρίου Πίτσουμ. Αν και ντυμένος και βαμμένος όπως οι υπόλοιποι ηθοποιοί, καταφέρνει να μας γυρίσει πίσω σε μια «Όπερα της πεντάρας» όπως ήταν πριν τριάντα χρόνια. Όντας ένας απ’ τους πιο καταξιωμένους ηθοποιούς της Πρώην Ανατολικής Δημοκρατίας της Γερμανίας, ο Χολτς πέρασε απ’ τη μεγάλη σχολή των μαθητών του Μπρεχτ όπως ο Μπέννο Μπέσσον, ο Άντολφ Ντρέσεν και ο Χάινερ Μούλερ, ώστε μέσω αυτού να αισθάνεται το κοινό στην παράσταση την παρουσία του ίδιου του Μπρεχτ. Στη φωνή του Χολτς ακούμε τη φωνή εκείνης της εποχής κι εκείνου του θεάτρου, ενώ είναι εμφανής ο ιδιαίτερος τρόπος με τον οποίο αισθάνεται και προφέρει τα λόγια του. Παράλληλα, όμως, υπονομεύει κατά κάποιο τρόπο τη σκηνοθεσία του Γουίλσον, αφού υποδεικνύει αυτό που λείπει απ’ τη συγκεκριμένη «Όπερα της πεντάρας»: το φτηνιάρικο, το βρώμικο, ό,τι δηλαδή έδινε στο θέατρο του Μπρεχτ και στη συγκεκριμένη παράσταση χαρακτήρα πολιτικό.
Η κυρία Πίτσουμ (Τράουτε Χόες) είναι τόσο από οπτική, όσο και από φωνητική άποψη, σαρωτική, σίφουνας σωστός. Το αντίθετο συμβαίνει με την Κριστίνα Ντρέχσλερ στον ρόλο της Πόλυ Πίτσουμ και την Γκτίττε Ρέππιν στο ρόλο της Λούσυ, των οποίων οι φωνές δεν πείθουν, παρά μόνο στο ντουέτο τους στο «Ντουέτο της ζήλιας» (“Eifersuchtsduett”) στην έκτη σκηνή της δεύτερης πράξης. Ωστόσο, τα έργα του Μπρεχτ δεν προορίζονται για τραγουδιστές, αλλά για ηθοποιούς που τραγουδούν, επομένως η φωνητική αδυναμία των δύο νέων ηθοποιών δεν επηρεάζει αρνητικά την παράσταση.



Ρόμπερτ Γουίλσον





Οι New York Times περιγράφουν τον Ρόμπερτ Γουίλσον ως «κορυφαία προσωπικότητα στο χώρο του πειραματικού θεάτρου και εξερευνητή των διαστάσεων του χρόνου και του χώρου επί σκηνής. Ξεπερνώντας τα όρια του συμβατικού θεάτρου, εισχωρεί στα ύδατα άλλων τεχνών και δημιουργεί μοναδικά ψηφιδωτά ήχων και εικόνων». Ο Γάλλος Σουρεαλιστής Λουί Αραγκόν έγραψε για τον Γουίλσον ότι «είναι αυτός που εμείς οι Σουρεαλιστές ονειρευόμασταν να έρθει μετά από εμάς και να μας ξεπεράσει».
Γεννημένος το 1941 στο Τέξας των Ηνωμένων Πολιτειών, ο Γουίλσον σπούδασε αρχιτεκτονική και σχέδιο στο Τέξας και το Μπρούκλυν. Σπούδασε επίσης ζωγραφική στο Παρίσι και την Αριζόνα και χορογραφία στη Νέα Υόρκη. Το 1968 είχε ήδη συγκροτήσει μια ομάδα ηθοποιών με την οποία ανέβαζε παραστάσεις στο Μανχάταν.
Έχοντας σκηνοθετήσει παραστάσεις στις σημαντικότερες σκηνές του κόσμου, όπως στη Σκάλα του Μιλάνου, αλλά και στο Παρίσι, τη Νέα Υόρκη, τη Ζυρίχη, το Άμστερνταμ και την Ιαπωνία, επανέρχεται στο Βερολίνο. Για πρώτη φορά είχε έρθει το 1979 με το «Θάνατος, καταστροφή και Ντιτρόιτ» και τώρα, σχεδόν τριάντα χρόνια μετά, έρχεται στο θέατρο του Μπρεχτ για την «Όπερα της πεντάρας». Η πρεμιέρα έγινε στις 27 Σεπτεμβρίου 2007.
Σε συνέντευξή του στη Welt Online, ο Αμερικανός σκηνοθέτης επισήμανε τον κοινό στόχο του με τον Μπρεχτ. «Ο Μπρεχτ μιλούσε πάντα για ένα θέατρο επικό κι αυτό ακριβώς είναι κι ο δικός μου στόχος. Τα πάντα, από τα κουστούμια και το make-up μέχρι το φωτισμό και την ορχήστρα είναι εξίσου σημαντικά συστατικά της παράστασης που αποτελούν μια ενότητα επί σκηνής.» Και συνεχίζει: «Οι σκηνοθεσίες μου βασίζονται πάντα στα τεχνικά μέρη της παράστασης. Η δουλειά μου είναι όπως ένα μπαλέτο, όπου τα φώτα, οι ηθοποιοί και τα σκηνικά χορεύουν μεταξύ τους.»
Το πρόβλημα που προκύπτει απ’ το γεγονός ότι ο ίδιος δεν ομιλεί τη γερμανική γλώσσα ξέρει να το παρακάμπτει με δεξιοτεχνία. Προκειμένου να δώσει στους ηθοποιούς να καταλάβουν πώς φαντάζεται ο ίδιος αυτήν την «Όπερα της πεντάρας», τους δείχνει σκηνές με τη Μαρλέν Ντίτριχ, προκειμένου να δουν τον άψογο συγχρονισμό της. Σύμφωνα με τον Γουίλσον, το βασικό για τη σκηνοθεσία αυτή είναι να δρουν οι ηθοποιοί χωρίς να σκέφτονται πολύ. Σε αντίθεση με τους Αμερικανούς ηθοποιούς, οι ηθοποιοί στη Γερμανία χρειάζονται πάντα ένα λόγο γι’ αυτό, το οποίο κάνουν, κι αισθάνονται την ανάγκη να συζητήσουν επ’ αυτού με το σκηνοθέτη.



Η αποδοχή του κοινού



Δεδομένης της σκηνοθετικής υπογραφής του Γουίλσον στο έργο, γεννιέται το ερώτημα αν το κοινό μπορεί να αναγνωρίσει πίσω από τη σκηνοθεσία του Γουίλσον, την «Όπερα της πεντάρας» του Μπρεχτ. Πολλά φώτα, κουστούμια, λευκά πρόσωπα και παντομίμα επιστρατεύονται για να αποτυπώσουν τον υπόκοσμο και τις περιθωριακές γειτονιές του Λονδίνου. Είναι κάτι τέτοιο δυνατό;
Τόσο η αντίδραση του κοινού στην πρεμιέρα και σε κάθε παράσταση, όπου το χειροκρότημα διαρκεί και οι ηθοποιοί παραμένουν επί σκηνής για περισσότερο από δέκα λεπτά, όσο και αυτή του γερμανικού τύπου –με ελάχιστες εξαιρέσεις- αποδεικνύουν πως ναι, είναι δυνατόν.
Μπορεί να εκλείπουν τα στοιχεία που δίνουν στο έργο χαρακτήρα πολιτικό και, αντιθέτως, να αφθονούν εκείνα που το καθιστούν θέαμα, αλλά αυτό δεν επηρεάζει αρνητικά την παράσταση. Οι πανανθρώπινες αξίες και αλήθειες, οι οποίες κάνουν το έργο του Μπρεχτ κλασικό, ακούγονται εξίσου δυνατά όπως και παλαιότερα: «Πρώτα έρχεται η μάσα και μετά η ηθική» („Erst kommt das Fressen, dann die Moral“). Αντιθέτως, σε μια εποχή που οι «σωστοί πολίτες», τους οποίους ειρωνεύεται και σαρκάζει ο Μπρεχτ στο έργο του, έχουν εξαφανιστεί προ πολλού, ενώ οι εγκληματίες και θύτες έχουν τη δυνατότητα να κυκλοφορούν ελεύθερα σαν κύριοι – λύκοι με προβάτου τρίχα- αποδεικνύεται η σκηνοθεσία του Γουίλσον πιο επίκαιρη από ποτέ. Έτσι, τραγούδια που κάποτε προκαλούσαν, όπως για παράδειγμα η «Μπαλάντα της σεξουαλικής εξάρτησης», την οποία για ηθικούς λόγους αρνήθηκε να τραγουδήσει η ηθοποιός το 1928, προκαλούν συγκατάβαση έως και συγκίνηση, καθώς είναι εμφανές ότι οι καιροί έχουν αλλάξει.
Ακριβώς το γεγονός ότι ο Γουίλσον «προσάρμοσε» με τη σκηνοθεσία του την «Όπερα της πεντάρας» στη σημερινή πραγματικότητα είναι το μυστικό της επιτυχίας της συγκεκριμένης παράστασης. Από άποψη μουσικής απόδοσης και ηθοποιίας, γίνεται λόγος για την καλύτερη παράσταση της «Όπερας της πεντάρας» των τελευταίων ετών. Εξαίσιος ο Στέφαν Κουρτ ως Μακχίθ, χαριτωμένη η Κριστίνα Ντρέσλερ ως Πόλυ Πίτσουμ και λυρικά εκθαμβωτική η Άγκελα Βίνκλερ στο ρόλο της Τζένη. Πρόκειται για μια παράσταση αντάξια των απαιτήσεων και των προσδοκιών.




Ρεπορτάζ: Έλενα Σταγκουράκη
Βερολίνο, 28 Ιουνίου 2008